Ποθούμε όντως την Ανάσταση ή συμβιβαστήκαμε με τον θάνατο ;

Γράφει ο Πέτρος Ι. Νικολού, μαχόμενος Δικηγόρος Αθηνών 

 

Ίσως κάποιοι να μην το αντιλαμβάνονται, αλλά, όπως πολλοί Πατέρες με θυμοσοφία και πνευματική βαθύτητα μαρτυρούν, την Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή, πολλώ δε μάλλον την Αγία και Μεγάλη Εβδομάδα, τα ανθρώπινα πάθη οργιάζουν, οι πειρασμοί ανδρώνονται και οι ορμές πάλλονται αχαλίνωτα μέσα μας αποπειρώμενες την παράδοσή μας στην ηδονή, την άνεση και την κατάκτηση της απόλυτης απολαύσεως. Ο πόλεμος της σαρκός καταδυναστεύει την θνητότητά μας, αφοπλίζει τις αντοχές μας και εξουδετερώνει τις άμυνές μας. Οι μαζικώς διερχόμενοι λογισμοί που φιλοξενούντο στο νού των ανθρώπων ανέκαθεν υπήρχαν. Η διαφορά, όμως, της παρούσης κατρακύλας μας με το παρελθόν έγκειται στο ότι η κοινωνία μας δεν έχει πλέον καμμία συνείδηση ότι πορεύεται σ’ ένα διαρκές σκότος από το οποίο δεν επιθυμεί να εξέλθει βαυκαλιζομένη ότι βαδίζει ατάραχα προς μία αόριστη επίγεια ευδαιμονία, την οποία κυνηγά εμμανώς, αλλά χωρίς αντίληψη του πεπερασμένου της. Η έλευση οιασδήποτε περιόδου ασκήσεως, κατανύξεως και νηστείας, δεν την συγκινεί, δεν την ενδιαφέρει και δεν την παρακινεί σε καμμία αλλαγή, ώστε να προσαρμόσει τη συμπεριφορά, τη σκέψη και την στάση της προς το θέλημα του Θεού. Πειστήκαμε ότι η ευτυχία κρύβεται κάπου μέσα στην ανηθικότητα των ορέξεων, στην παροδικότητα των εγκοσμίων και την φθαρτότητα των σωμάτων. Πλανηθήκαμε ότι ο άνθρωπος αναγεννάται μόνος του μέσα στο περιορισμένο του προσδοκίμου ζωής κι όχι μέσα στην αιωνιότητα που μας χαρίζει μόνο η κοινωνία με τον Αναστάντα Χριστό.

Ο δυτικός ανθρωπισμός, εν άλλοις λόγοις η εγωτική διάρθρωση της συγχρόνου ζωής, η θέση στο επίκεντρο της ανθρώπινης διανοίας και η ακαταμάχητη πεποίθηση ότι τα πάντα είναι εφικτά για την φύση μας, ότι όλα εξαρτώνται από τις δικές μας δυνάμεις και ότι η επιστήμη μπορεί να ερμηνεύσει, εξηγήσει, θεραπεύσει και κατακυριεύσει ο,τι μάς απειλεί μάς ήγαγε στο συμπέρασμα ότι δεν έχουμε ανάγκη κανένα Θεό, για να μεγαλουργήσουμε, να δοξαστούμε και να πετύχουμε την ευτυχία. Κάπως έτσι όλο και ταχύτερα διαχωρίζουμε τον δρόμο τον δικό μας από εκείνον του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ο οποίος ανήλθε επί του Σταυρού της θυσίας, της φρίκης και της οδύνης δι’ ημάς, για να ανοίξει διάπλατα χάριν ημών τις θύρες της σωτηρίας. Δεν εντοπίζεται μέσα μας καμμία διάθεση ταπεινώσεως, καμμία προθυμία εκτοπισμού από την βολή της κοσμικότητος και καμμία επιθυμία για υπόταξη των υπαγορεύσεων του εαυτού μας στις οδηγίες του Ευαγγελίου που βεβαιώνουν τον τρόπο μεθέξεως με την αΐδια Τριαδική Αγαπή. Οι ευλαβείς πρόγονοί μας επί των οποίων δεν επέλασαν οι ερπύστριες του διαφωτισμού, όσο αγράμματοι κι αν ήσαν, διακρίνοντο μέσα τους από έναν άσβεστο πόθο, μία ακατεύναστη λαχτάρα για συμφωνία της βιοτής τους μ’ αυτό που αρέσει στον Θεό. Εκκλησιάζοντο τακτικότερα ημών, προσηύχοντο συχνότερα ημών, εξομολογούντο πυκνότερα ημών και υπήκοουν απείρως περισσότερο ημών στις νουθεσίες του πνευματικού και των γερόντων τους. Ήξεραν να χαμηλώνουν το βλέμμα τους μπροστά στο εικόνισμα της Παναγίας, να εκζητούν καρδιακώς τις μεσιτείες των Αγίων μας και να κάμπτουν την έπαρσή τους, διαπνεόμενοι από την απλούστατη βεβαιότητα, ότι ο Θεός γνωρίζει καλύτερα ημών το δικό μας συμφέρον απ’ ο,τι εμείς οι ανάξιοι. Σήμερα, η συρρίκνωση της υπερηφανείας μας εκλαμβάνεται ως υποσκελισμός μας, ως παραμερισμός, ως εξάλειψη της οντότητός μας. Αυτό που με απαράμιλλη πραότητα μάς κατέθετε ως πνευματική μαρτυρία ο π. Ανανίας ο Κουστένης, ότι το Άγιον Πνεύμα κατοικεί σ’ εκείνους που ξέρουν να βάζουν τον εαυτό τους κάτω απ’ όλους κι απ’ όλα, φαντάζει για εμάς, στον στενό αλαζονικό κόσμο της μικρότητός μας, φαιδρότητα και αφελότητα. Η καθολική στρεβλή άποψη, ότι η σωτηρία μας είναι λίγο έως πολύ δεδομένη λόγω της άκρατης αγάπης του Υψίστου, διεπότισε νοσηρώς τη νοοτροπία και την καθημερινότητά μας, με αποτέλεσμα να μην θεωρούμε απαραίτητη την εφαρμογή κανενός πνευματικού κανόνος, να πιστεύουμε σ’ έναν Χριστό, έξω όντες από τα μυστήρια και τις ακολουθίες της Εκκλησίας, όπως τον έχουμε εμείς διαπλάσσει αυθαίρετα στο μυαλό μας, περισσότερο ωσάν έναν γκουρού ψυχικής αρμονίας με το σύμπαν παρά ως Θεάνθρωπο Λυτρωτή του κόσμου, και να έρχονται και να παρέρχονται Τεσσαρακοστές και άγιες ημέρες, οι οποίες εμφανίζονται μπροστά μας ως μοναδικές ευκαιρίες Αγώνος, κι εμείς τετυφλωμένοι να μην ζούμε τίποτα, επειδή νοιώθουμε ότι δεν Τον χρειαζόμαστε. Αδυνατούμε να στερηθούμε τις ευκολίες μας, τις συνήθειές μας, τη διασκέδαση, την καλοφαγία και τις σεξουαλικές μας επιταγές, κρυβόμενοι όπισθεν προτεσταντικών αφηγημάτων που εισηγούνται την αχρηστία της νηστείας, της προσευχής, της εξομολογήσεως, της μετανοίας και εξυπηρετούν αριστοτεχνικά τη συντήρηση της πεπτωκυίας μας καταστάσεως. Αναμένουμε να μάς σώσει, χωρίς να Του έχουμε δείξει ότι Τον ποθούμε, όπως Εκείνος εμάς ως ένας εκστατικός Νυμφίος, ένας αιώνιος εραστής με αποκλειστικότητα.

Στους εσχάτους καιρούς που ακολουθούν, όποτε και θα κληθούμε σε αληθινή Ομολογία του ονόματος του Κυρίου, οι χλιαροί και οι νερόβραστοι θα μείνουν έξω του νυμφώνος Χριστού. Η απάρνηση της άρσεως του προσωπικού μας Σταυρού είναι ασυμβίβαστη με την εκ νεκρών Ανάσταση την οποία προσδοκούμε. Χωρίς πνεύμα συντριβής, αυτοπαραδόσεως από το αυτοείδωλο και υποταγή της αδυναμίας μας στην παντοδυναμία Του, ετοιμαστείτε να ζήσουμε και φέτος μια Ανάσταση σαν όλες τις άλλες, μια Ανάσταση που διασκορπίζει, όπως ψάλλεται πανηγυρικώς, στο άκουσμά της τους εχθρούς του Πατήσαντος θανάτω τον θάνατον. Για να βιώσουμε πραγματικά την ανεκλάλητη χαρά της νίκης επί του Άδου, της πικράνσεως, της καταργήσεως, του εμπαιγμού, της νεκρώσεως και καθαιρέσεως του Θανάτου, όπως διαβάζουμε στον υπέροχο Κατηχητικό Λόγο του ιερού Χρυσοστόμου, πρέπει να πρώτα να μετάσχουμε στο βίωμα της Εκκλησίας. Το Έθνος, για να αγιαστεί, λυτρωθεί και αναστηθεί, πρέπει να επανενδυθεί την φιλόθεη στάση του, την οποία εξήρε ο Άγιος των Γραμμάτων αρχάς του 20ου αιώνος, λέγων πως ουδείς λαός δεν συναγάλλεται, δεν συνεορτάζει και δεν συναισθάνεται το Πάσχα τόσο αληθινά όσο ο ελληνικός. Η Φυλή μας στην οποία εμπιστεύθηκε ο Θεός την παρακαταθήκη της Ορθοδοξίας επλάσθη, ώστε να εισέλθει προνομοιακώς στη Βασιλεία Του, καθοδηγώντας μέσα από τα φώτα της σύμπασα την ανθρωπότητα. Ας μην Τον απογοητεύσουμε!

Σχετικές δημοσιεύσεις

Αφήστε ένα σχόλιο