Όσοι αφήσατε τα μάταια και φθαρτά πράγματα αυτής της ζωής, αγωνισθείτε. Μη στρέφετε πάλι την καρδιά σας σ’ αυτά. Ο πλούτος περνά και η δόξα χάνεται• η ομορφιά μαραίνεται και όλα αλλάζουν και χάνονται σαν καπνός, και περνούν σαν σκιά, και σβήνουν σαν ένα όνειρο. Γι’ αυτό έλεγε ο Σολομών «ματαιότης ματαιοτήτων, όλα είναι ματαιότης». Γι’ αυτό και ο Δαβίδ ψάλλοντας έλεγε• «Ο άνθρωπος διαβαίνει σαν σκιά, και γι’ αυτό ανώφελα πασχίζει».
Διότι πραγματικά ανώφελα πασχίζουν όσοι αγαπούν τα πράγματα αυτής της ζωής. Πραγματικά ανώφελα πασχίζουν, ανώφελα αναστατώνονται, ανώφελα ταλαιπωρούνται, μαζεύοντας και θησαυρίζοντας αυτά που μετά από λίγο θα φθαρούν, και που δεν μπορούν να πάρουν μαζί τους• αλλά απεναντίας, εγκαταλείποντας τα όλα, θα πορευθούμε γυμνοί, όπως γεννηθήκαμε, στον φοβερό Κριτή• και αφήνοντας εδώ όλους τους θησαυρούς που συγκεντρώσαμε, γυμνοί, ελεεινοί, σκυνθρωποί, σκοτεινοί, συντριμμένοι, ταπεινωμένοι, ακάλυπτοι, φοβισμένοι, τρομαγμένοι, κατηφείς, λυπημένοι, έχοντας στραμμένο το πρόσωπο στη γη και σκεπάζοντάς το με ντροπή, έτσι θα πορευθούμε, έτσι θα παρουσιασθούμε, έτσι θα εγερθούμε σ’ εκείνο το μεγάλο, σ’ εκείνο το φοβερό, το απροσωπόληπτο, το αδωροδόκητο, το ασσύληπτο δικαστήριο. Όπου οι Άγγελοι τρέμουν• όπου τοποθετούνται οι φοβεροί θρόνοι• όπου αναγινώσκονται τα βιβλία των πράξεών μας• όπου είναι ο ποταμός της άσβεστης φωτιάς• όπου είναι το ανήμερο σκουλήκι• όπου είναι το αφώτιστο σκοτάδι• όπου είναι ο παγερός τάρταρος• όπου είναι το ασίγαστο τρίξιμο των δοντιών και ο θρήνος• όπου δεν υπάρχει φωνή, αλλά τρόμος• όπου δεν υπάρχει χαρά , αλλά στεναγμός• όπου δεν υπάρχει τρυφή, αλλά κρίση. Πραγματικά, είναι φοβερό το άκουσμα, αλλά είναι φοβερότερο το θέαμα: να δει κανείς όλη την κτίση να ανασταίνεται ξαφνικά και να συγκεντρώνεται και να τιμωρείται και να απολογείται για τα λόγια, για τα έργα, για τους λογισμούς• για όσα αμαρτήματα έκανε κατά τη νύχτα ή κατά τη μέρα.
Μεγάλος φόβος τότε, αδελφοί• μεγάλος τρόμος, μεγάλη πίεση θα παρουσιασθεί, οποία δε συνέβη ποτέ, και δε θα συμβεί ως εκείνη τη μέρα• όταν οι Άγγελοι θα τρέχουν μπροστά• οι σάλπιγγες θα κράζουν• τα άστρα θα πέφτουν• ο ήλιος θα σκοτεινιάσει• οι ουρανοί θα τυλιχθούν, όπως ένα χαρτί• όλη η γη θα τρέμει• οι δυνάμεις των ουρανών θα τρέχουν μπροστά• τα Σεραφείμ θα κραυγάζουν• τα Χερουβείμ θα τρέμουν• τα άνω, τα κάτω, τα επίγεια, τα καταχθόνια θα ταράζονται και θα τρέμουν• τα μνήματα θα ανοίξουν• τα σώματα θα συναχθούν• τα δικαστήρια θα ετοιμασθούν. Πολύς ο φόβος• απερίγραπτος ο τρόμος• ανεκδιήγητη η πίεση που θα συμβεί τότε• μεγάλη εκείνη η θύελλα, μεγάλη η τρικυμία• δύσκολη η περίσταση• ασύλληπτος ο θόρυβος• μεγάλος ο θρήνος. Ας ακούσουμε τον Δανιήλ που λέει• «Έβλεπα σε όραμα κατά τη νύχτα, ωσότου τοποθετήθηκαν θρόνοι και κάθισε ο Παλαιός των ημερών• ο θρόνος του ήταν φλόγα φωτιάς• οι τροχοί του θρόνου του ήταν φωτιά που έβγαζε φλόγες• πύρινος ποταμός βρισκόταν μπροστά του• χίλιες χιλιάδες Αγγέλων στεκόταν μπροστά του, και μύριες μυριάδες τον υπηρετούσαν• κάθισαν οι κριτές, και ανοίχθηκαν τα βιβλία. Έφριξε το πνεύμα μου, εγώ ο Δανιήλ όταν το είδα, και τα οράματα που είδα με συγκλόνισαν».
Πω! Πω! Ο Προφήτης όταν είδε το όραμα της μέλλουσας κρίσης φοβήθηκε και έφριξε. Και μεις τι άραγε μέλλουμε να υποστούμε, όταν φθάσουμε στα ίδια τα πράγματα; Όταν από την ανατολή του ηλίου ως τη δύση θα παρουσιασθούμε γυμνοί και δείχνοντας σε όλους το φορτίο των αμαρτιών μας επάνω στον τράχηλό μας; Τότε οι γλώσσες των βλάσφημων θα φλογίζονται ακτάπαυστα, και δε θα υπάρχει εκείνος που θα τις δροσίσει. Τότε τα δόντια εκείνων που κακολογούν θα συντρίβονται από τους αυστηρούς αγγέλους. Τότε θα φράζονται με φωτιά τα στόματα των φλυαρών. Τότε τα χέρια των φιλαργύρων θα τρέμουν κρεμασμένα και θα πονούν από τα ξεσχίσματα. Τότε τα μάτια εκείνων που κάνουν αμαρτωλά νεύματα θα εξορύσσονται άσπλαχνα.
Που είναι τότε οι γονείς, που είναι οι αδελφοί, που είναι ο πατέρας, που είναι η μητέρα, που είναι ο φίλος, που είναι ο γείτονας, που είναι η ακολουθία των βασιλέων, που είναι η εξουσία των αρχόντων, που είναι η δύναμή τους, που είναι η υπερηφάνεια των δικαστών; Που είναι τότε οι δούλοι, που είναι οι δούλες, που είναο ο καλλωπισμός των ενδυμάτων, που είναι τα λαμπρά υποδήματα, που είναι τα στολίδια των δακτύλων, που είναι τα μεταξωτά, που είναι τα πανάκριβα λινά, που είναι οι δόξες, που είναι η λάμψη του χρυσού, που είναι ο κρότος των χρημάτων, που είναι η τρυφή, που είναι το άφθονο κρασί, που είναι τα άλογα, που είναι οι κήποι, που είναι τα στολισμένα και ωραιοβαμμένα σπίτια, που είναι τα ανώφελα θυμιάματα, που είναι οι φυλασσόμενοι θησαυροί, που είναι τα στολισμένα ανάκλιντρα; Που είναι εκείνοι που περιφρονούν τους πεινασμένους και ζουν αθάνατοι• που είναι εκείνοι που χλευάζουν τους φτωχούς• που είναι εκείνοι που αδιαφορούν γι’ αυτούς που έχουν ανάγκη• που είναι εκείνοι που νομίζουν ότι είναι σοφοί• που είναι εκείνοι που πίνουν το κρασί με τύμπανα και χορούς, και ζουν με σπατάλη• που είναι εκείνοι που όλο γελούν και κοροϊδεύουν τους ευλαβείς• που είναι εκείνοι που καταπονούν τους δούλους και καταφρονούν ο φόβο του Κυρίου• που είναι εκείνοι που αποστρέφονται τη θεοσέβεια; Που είναι εκείνη την ώρα αυτοί που δεν πιστεύουν στην κόλαση και ζουν σαν αθάνατοι; Που είναι αυτοί που λένε, «ας φάμε και ας πιούμε, διότι αύριο θα πεθάνουμε»; Που είναι αυτοί που λένε, «δός μου το σήμερα και πάρε μου το αύριο»; Που είναι αυτοί που λένε, «ας απολαύσουμε τα εδώ και για τα εκεί βλέπουμε άλλοτε»; Που είναι αυτοί που λένε, «ο Θεός είναι φιλάνθρωπος, και δεν τιμωρεί εκείνους που αμαρτάνουν»;
ΟΣΙΟΥ ΕΦΡΑΙΜ ΤΟΥ ΣΥΡΟΥ ΕΡΓΑ, ΤΟΜΟΣ Δ’, ΕΚΟΣΕΙΣ ΤΟ ΠΕΡΙΒΟΛΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ