Αυτοί οι άνθρωποι που κράτησαν ζωντανό τον λαό μας, μέσα στη λαίλαπα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, δεν ήταν μόνο οι ήρωες πολεμιστές του μετώπου και της αντίστασης. Ήταν κυρίως οι γυναίκες του ’40. Το ξάφνιασμα της φύσης.
Οι μανάδες, οι αδελφές, οι σύζυγοι, που έχασαν τα παιδιά τους, τον αδελφό τους, τον άντρα τους στο μέτωπο. Που έμειναν με ένα, δύο, τέσσερα, επτά παιδιά, ανίψια, εγγόνια στην αγκαλιά. Που έπρεπε να βρουν φαγητό τον χειμώνα του ‘ 41 -‘ 42 για να τα ταΐσουν. Που έχασαν τα μισά από ασιτία. Που τα κουβάλησαν στα βουνά, μακριά από τα καμμένα χωριά τους, για να μη τα βρουν και τα σφάξουν οι Ευρωπαίοι εταίροι μας. Για να μην γίνουν ένα βρεφικό κρανίο με μια τρύπα από γερμανική χαριστική βολή, σαν τα κρανία των μωρών του Διστόμου.
Αυτές οι γυναίκες που κουβάλησαν τα πυρομαχικά εκεί που δεν πήγαιναν τα γαϊδούρια. Που μπήκαν στην αντίσταση. Που δεν μίλησαν ακόμα κι όταν ο βασανιστής τους έβαλε το πιστόλι στον κρόταφο του παιδιού τους. Που βύζαξαν τα ορφανά τους μέχρι και το πικρό τους αίμα.
Αν υπάρχουμε σήμερα σαν έθνος, σ’ αυτές τις γυναίκες το χρωστάμε.
~ Από τον Ιωάννη Παναγιωτακόπουλο, ελεύθερο επαγγελματία ~