Γράφει ο Δημήτρης Καπράνος
Αὐτά πού συμβαίνουν στόν ΣΥΡΙΖΑ εἶναι ἀπό τά ἄγραφα.
Θά μοῦ πεῖτε ἀπό τά …Ἄγραφα ἦταν καί ὁ Ἀλέξης, ἀλλά ἐκεῖνα γράφονταν μέ «Α» κεφαλαῖο!
Κάθεται στήν σαίζ λόνγκ ὁ πρόεδρος, κι ἐκεῖ πού συλλογᾶται ποιές ἀσκήσεις θά κάνει γιά τούς πλάγιους ραχιαίους τήν ἑπομένη στό γυμναστήριο, τοῦ κατεβαίνει μιά ἰδέα. «Λέω νά ἀλλάξουμε ὄνομα στόν ΣΥΡΙΖΑ» λέει στήν παρέα του. Ἐκείνη (ἡ παρέα) μᾶλλον αἰφνιδιάζεται. «Μά, καί ὁ Ἀλαβᾶνος δέν εἶχε ἀλλάξει ὄνομα;». Ὁ πρόεδρος τά χάνει. «Ποιός εἶναι ὁ Ἄλ-Ἀβᾶνος;». Ἡ παρέα μειδιᾶ. «Εἶναι ἐκεῖνος πού ἄλλαξε τό ὄνομα τοῦ κόμματος καί ἀπό “Συνασπισμός τῆς Ἀριστερᾶς καί τῆς Προόδου” τό ἔκανε “ΣΥνασπισμός ΡΙΖοσπαστικῆς Ἀριστερᾶς.»
Ὁ πρόεδρος κάνει δύο καλές διατάσεις γιά ξεμούδιασμα τῶν ὀπίσθιων μηριαίων καί μονολογεῖ. «Ὄου, ντήαρ, ὥστε ἔχει ξαναλλάξει ὄνομα αὐτό τό πρᾶμα!» Ἀμέσως, ὅμως, συνεχίζει. «Δηλαδή τί ἦταν ὁ Ἄλ-Ἀβᾶνος; Δέν πρέπει νά μάθω;». Ἡ παρέα ἐξηγεῖ. «Ὄχι Ἄλ-Ἀβᾶνος. Ἀ-λ-α-β-ᾶ-ν-ο-ς! Μία λέξη, ὄχι δύο!» Ὁ πρόεδρος χαμογελᾶ καί κάνει κινήσεις τῆς κεφαλῆς δεξιά-ἀριστερά, γιά νά πάρει περισσότερες στροφές. «Νόμιζα ὅτι ἦταν δύο λέξεις. Ὅπως τό Ἄλ-Καπόουν!»
Ἡ παρέα ἐκνευρίζεται. «Δέν ἀστειευόμαστε μέ αὐτά τά θέματα. Καί δέν λεγόταν “Καπόουν” ἀλλά “Καπόνε”. Ὁ πρόεδρος περνᾶ στήν ἀντεπίθεση. “Γιά πές το αὐτό στούς ἀπογόνους του. “Καπόουν” ἤθελε νά τόν ἀποκαλοῦν. Μέ ὄνομα ἀμερικάνικο κι ὄχι ἰταλικό!» Ἡ παρέα ἀποφασίζει νά θέσει τέλος στήν συζήτηση. «Ἄς τά ἀφήσουμε αὐτά. Λοιπόν, πῶς σκέπτεσαι νά ὀνομάσεις τό κόμμα πού λεγόταν “Συνασπισμός τῆς Ἀριστερᾶς καί τῆς Προόδου” κι ἔγινε “ΣΥΡΙΖΑ”, ἤτοι “Συνασπισμός Ριζοσπαστικῆς Ἀριστερᾶς;”. Ὁ πρόεδρος χαμογελάει. “Δέν παίζεις τίμια, φίλε. Κι ὁ Τσίπρας ἄλλαξε τά φῶτα, σόρρυ, τό ὄνομα, τοῦ κόμματος. Τό ὀνόμασε “Σύριζα Π.Σ, δηλαδή Συνασπισμός Ριζοσπαστικῆς Ἀριστερᾶς – Προοδευτική Συμμαχία!» Ἡ παρέα ζητᾶ συγγνώμη. «Ἔχεις δίκιο, τό εἶχα ξεχάσει, ἀλλά ἐσύ ποιό ὄνομα σκέπτεσαι;»
Ὁ πρόεδρος κάθεται ὀκλαδόν σάν σέ διαλογισμό, κάνει ἕνα «ὄμμμμμ» καί ψιθυρίζει: «Συνασπισμός Σύγχρονης Ἀριστερᾶς». «Δέν μ’ ἀρέσει, δέν μπορεῖς νά τό ἐκφράσεις μέ τά ἀρχικά. Πῶς τό λέμε; “ΣΥ-ΣΥ-Α”; Ὁ πρόεδρος μορφάζει. “Ὄου, ντήαρ. Ὄχι, ἀσφαλῶς. Θά τό λέμε “CCR” προφέρεται “Σί_Σί-Ἄρ”. Θυμίζει γρήγορο αὐτοκίνητο, θυμίζει τραγούδι τοῦ Ἔρικ Μπάρντον, καί, τέλος πάντων, ἕνα “CCR” ἤ “Σί-σί-ἄρ” μέ λατινικούς χαρακτῆρες, εἶναι πιό εὔκολο νά τό θυμᾶσαι γιά νά μπαίνεις στά “σόσιαλ”. Τρία γραμματάκια καί μπῆκες!»…
Ἡ παρέα δέν δείχνει εὐχαριστημένη. «Ἔλα τώρα, Stefanos. Tί τίς θέλεις τώρα τίς ἀλλαγές; Δέν βλέπεις πού ἔχει ἀγριέψει μέχρι καί ὁ Παῦλος; Θά βροῦμε κάνα μπελᾶ μ’ αὐτές τίς ἐμπνεύσεις σου!»
Ὁ πρόεδρος δείχνει νά τό ξανασκέπτεται. «Δηλαδή, σοῦ ἀρέσει τό “ΣΥΡΙΖΑ”; Εἶναι ὄνομα αὐτό; Μέ τό ὄνομα αὐτό ἀπό τό 30 πέσαμε στό 17 τοῖς ἑκατό!» Ἡ παρέα ἔχει ἕτοιμη τήν ἀπάντηση. «Καί τώρα εἴμαστε στό δέκα καί κάτι! Νομίζεις ὅτι μέ τήν ἀλλαγή τοῦ ὀνόματος θά πάρουμε τήν ἀνιοῦσα; Θά τρίζουν τά κόκκαλα τοῦ Κύρκου! Καί ὁ πρόεδρος, ἀφοπλιστικά: “Καί ποιός εἶναι ὁ Κύρκος”;»