Γράφει ο Διονύσιος Σ. Δραγώνας, Τελειόφοιτος Νομικής NUP
Ερωτηθείς από την Μάρα Ζαχαρέα για την ίδρυση μη κρατικών Πανεπιστημίων ο Πρωθυπουργός απάντησε μεταξύ άλλων τα εξής: «Με όρους και προϋποθέσεις, όμως, που μας κάνουν να είμαστε σίγουροι ότι δεν πρόκειται να έχουμε πανεπιστήμια «πολυκατοικία», τα οποία απλά να δίνουν ένα πτυχίο.» Ουσιαστικώς, ο πρωθυπουργός εδώ επιθυμεί να δώσει την εντύπωση πως τα ιδιωτικά Πανεπιστημιακά ιδρύματα δεν θα αποτελούν πολυκαταστήματα αγοράς πτυχίων από τους φοιτητές, αλλά σχολές οι οποίες, για να αποφοιτήσει κανείς, δεν θα είναι τόσο εύκολο και απλό. Τούτο φυσικά εάν λάβουμε υπόψη μας τα υπαρκτά ιδιωτικά κολλέγια τα οποία λειτουργούν στην Ελλάδα, δεν ισχύει, αφού σε πολλά εκ των τελευταίων δεν υπάρχουν καν εξετάσεις αλλά μόνο εργασίες για τις οποίες μάλιστα είναι άγνωστο εάν πράγματι τις συντάσσει ο φοιτητής ή κάποιος τρίτος. Ακόμη, είναι απορίας άξιο πώς θα καταφέρει θέτοντας όρους και προϋποθέσεις να εμποδίσει το ως άνω πρόβλημα, αφού ήδη δεν το έχει καταφέρει να το πράξει στα κολλέγια των οποίων τα πτυχία θεωρούνται ισάξια με αυτά των ελληνικών ΑΕΙ. Ωσαύτως, ακόμη κι αν θεωρούνται ισότιμα ή ορισμένα και καλύτερα ποιός εγγυάται ότι δεν θα πραγματοποιηθούν συναλλαγές μεταξύ φοιτητών και καθηγητών, γεγονός που δεν σπανίζει σε ιδιωτικά Πανεπιστήμια;
Εν συνεχεία, ο πρωθυπουργός δήλωσε: «το μη κερδοσκοπικό, μη κρατικό πανεπιστήμιο το οποίο θα φτιάξει μία Ιατρική σχολή, αν τελικά παράγει αποφοίτους οι οποίοι δεν είναι καλοί, δεν θα βρουν δουλειά. Τελικά αυτά τα θέματα σε ένα βαθμό τα ρυθμίζει και η ίδια η αγορά εργασίας.» Η παραπάνω δήλωση είναι ατυχής για δύο λόγους: Αρχικώς, αφού τόσο ο απόφοιτος μη κρατικού Πανεπιστημίου όσο και ο απόφοιτος ενός δημοσίου Πανεπιστημίου θα έχουν ισότιμα πτυχία, τότε αμφότεροι θα δύνανται να λάβουν μέρος σε διαγωνισμούς επί παραδείγματι ΑΣΕΠ ή άλλων του δημοσίου, όταν και εν τέλει θα προσμετρώνται άλλα προσόντα, καθότι εκ πρώτης όψεως, ήτοι μονάχα από το πτυχίο και οι δύο θα είναι σε επίπεδο κατηγορίας το ίδιο. Προσέτι, λόγω των περιβόητων πελατειακών σχέσεων εάν ο απόφοιτος του μη κρατικού έχει καλύτερες διασυνδέσεις, τότε θα προτιμάται αυτός, όταν θα απαιτείται μονάχα η ύπαρξη ενός τίτλου σπουδών. Επίσης, πολλοί εξ αυτών που θα επιλέξουν τα μη κρατικά και συγκεκριμένες σπουδές είναι αυτοί οι οποίοι απλώς θα «κοπιάσουν» για τη λήψη του πτυχίου, αφού η δουλειά ένεκεν, για παράδειγμα, των γονέων τους είναι πανέτοιμη.
Ο άλλος λόγος που η ως άνω δήλωση είναι ατυχής οφείλεται στο γεγονός πως ο πρωθυπουργός δίνει ως άλλοθι την επαγγελματική αποκατάσταση, ωσάν ο μόνος λόγος σπουδών να είναι η επαγγελματική αποκατάσταση και όχι το ακαδημαϊκό ενδιαφέρον. Κατ’ αυτόν το τρόπο, δείχνει αδιαφορία προς τη δημιουργία επιστημόνων μέσω Πανεπιστημίων, αλλά μονάχα εργατικών χεριών, που θα πρέπει πρώτα να παρακολουθήσουν μία σχολή…
Συνελόντι ειπείν, η κυβέρνηση μέσω υπεισέλευσης σε νομοθέτηση αναφορικά με τα μη κρατικά πανεπιστήμια – μη κερδοσκοπικά, που κατ’ ουσίαν αποτελούν ιδιωτικά Πανεπιστήμια, αυτά τουτέστιν που το Σύνταγμά μας απαγορεύει ρητώς και ο πρωθυπουργός απέφυγε να δώσει απάντηση πάνω σε αυτό, θα γεννήσουν χάσμα μεταξύ δημόσιων και ιδιωτικών Πανεπιστημίων.