Ομιλία για τον θάνατο ως ύπνο
Αγίου Νικολάου Βελιμιροβιτς
«Εγώ ειμί η ανάστασης και η ζωή. Ο πιστεύων εις εμέ καν αποθάνη ζήσεται, και πας ο ζών και πιστεύων εις εμέ ου μη αποθάνει εις τον αιώνα» (Ιωάν. ια΄ στίχ. 25, 26)
“Λάζαρος ὁ φίλος ἡμῶν κεκοίμηται· ἀλλὰ πορεύομαι ἵνα ἐξυπνήσω αὐτόν” (Ιωάννης 11:11).
Ο Κύριος της ζωής ονομάζει τον θάνατο «κοίμηση». Τι άρρητη ανάπαυση είναι αυτή για εμάς! Ω, τι γλυκιά είδηση για τον κόσμο! Ο φυσικός θάνατος, επομένως, δεν σημαίνει τον αφανισμό του ανθρώπου, αλλά μόνο έναν ύπνο, από τον οποίο μόνον Εκείνος μπορεί να ξυπνήσει τον άνθρωπο. Αυτός που με το λόγο Του εμφύσησε την ζωή στο πρώτο χώμα.
Όταν ο Κύριος κραύγασε: “Λάζαρε!” (Ιωάννης 11:43), ο νεκρός άνθρωπος ηγέρθη και έζησε.
Ο Κύριος γνωρίζει το όνομα του καθενός από εμάς. Εφόσον ο Αδάμ γνώριζε τα ονόματα κάθε πλάσματος του Θεού, πως ο Κύριος δεν θα γνωρίζει καθέναν από εμάς με το όνομά μας; Όχι μόνο γνωρίζει, αλλά μας καλεί επίσης με το όνομά μας. Ω, η γλυκιά και ζωοποιός φωνή του μοναδικού Εραστή της ανθρωπότητος! Η φωνή αυτή μπορεί να δημιουργήσει από τις πέτρες τέκνα του Θεού. Τότε γιατί δεν μπορεί να μας ξυπνήσει κι από τον αμαρτωλό ύπνο μας;
Λέγεται ότι κάποτε κάποιος άνθρωπος σήκωσε μια πέτρα για να σκοτώσει τον αδερφό του. Αλλά, εκείνη τη στιγμή, του φάνηκε ότι άκουσε τη φωνή της μητέρας του να τον καλεί με τ’ όνομά του…
Άκουσε μόνο τη φωνή της μητέρας του και το χέρι του άρχισε να τρέμει. Έριξε κάτω την πέτρα, ντροπιασμένος για την κακή του πρόθεση. Η φωνή της μητέρας του τον ξύπνησε, από τη διάπραξη μιας θανάσιμης αμαρτίας. Αν η φωνή μιας μητέρας σώζει και ξυπνά από το θάνατο, πόσο μάλλον, η φωνή του Δημιουργού και Ζωοδότη!
Όποτε ο Κύριος φώναζε σε κάποιον που ήταν νεκρός στο σώμα [σωματικά νεκρός] όλοι ξυπνούσαν και ανορθώνονταν.
Όμως, όσοι δεν ξύπνησαν και δεν ανορθώθηκαν ήταν αυτοί που ήταν νεκροί στην ψυχή [πνευματικά νεκροί] όταν ο Κύριος τους κάλεσε. Για αυτήν την αφύπνιση και την ανάσταση, είναι απαραίτητη η συναίνεση της θέλησης του κεκοιμημένου.
“Ἰούδα, φιλήματι τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου παραδίδως;” (Λουκάς 23:48). Έτσι φώναξε η Φωνή της Ζωής, αλλά ο νεκρός [Ιούδας] παρέμεινε νεκρός και ο αμαρτωλός δεν ξύπνησε.
“Σαούλ, Σαούλ, γιατί με διώκεις;” (Πράξεις των Αποστόλων 9: 4). Η ίδια φωνή που δημιουργούσε τη ζωή φώναξε και αυτός που κοιμόταν στην αμαρτία ξύπνησε και ο νεκρός ανέζησε.
Στην πραγματικότητα, βαθύτερος είναι ο ύπνος της αμαρτίας από τον ύπνο του θανάτου και αυτός που είναι βυθισμένος στον ύπνο [της αμαρτίας] δεν ξυπνά εύκολα.
Ω Γλυκύτατε Κύριε, ξύπνησε μας από τον ύπνο της αμαρτίας. Αφύπνισέ μας, Κύριε!
Ότι Σοι πρέπει πάσα δόξα, τιμή και προσκύνησις εις τους αιώνας των αιώνων . Αμην.
Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς.
«Ο Πρόλογος της Αχρίδος»