Το αίμα των Τεμπών και το πεζοδρόμιο της δικαιοσύνης

Γράφει ο Πέτρος Ι. Νικολού, μαχόμενος Δικηγόρος Αθηνών, Νομική ΕΚΠΑ

 

Ο θάνατος των αγαπημένων μας προσώπων εις τα όμματα του συγχρόνου ανθρώπου που δεν έχει να εναποθέσει καμμία ελπίδα σε κανένα Θεό, γιατί δεν πιστεύει εις Αυτόν και την Ανάστασή του, δεν υποφέρεται, γιατί δεν αίρεται με ταπείνωση ωσάν Σταυρός δοκιμασίας, αλλά αποσκορακίζεται με εγωϊσμό ωσάν κατάρα αδικίας. Στεκόμενος κανείς στην εικόνα της χαροκαμένης μάνας Σοφίας τη στιγμή που αντικρίζει το βεβηλωμένο νεκρό σώμα του υιού της Βασιλείου, σαστίζει από την παράδοξη αντίδρασή της. Δεν ουρλιάζει από ολοφυρμό, δεν καταρρέει από πόνο, δεν αναθεματίζει με μίσος τους φονείς του. Υψώνει το βλέμμα στον ουρανό, σταυροκοπείται με δέος και παιανίζει πρώτα «Δόξα Σοι ὁ Θεός» και έπειτα στην κηδεία τον πανηγυρικό ύμνο «Χριστὸς Ἀνέστη ἐκ νεκρῶν θανάτῳ θάνατον πατήσας». Η στάση ταύτης της ευλαβούς Εισαγγελέως συμπύκνωσε όλη την πεμπτουσία του ορθοδόξου φρονήματος, μιάς Χριστιανής που δεν τρέμει τον θάνατο, γιατί έχει συνείδηση και επίγνωση ότι ούτος συνετρίβη, επικράνθη και ηττήθη κατά κράτος. Ο 39χρονος Βασίλειος που είχε πνευματικό εξομολόγο τον Άγιο Κύριλλο της Μονής Οσίου Δαυίδ μαρτύρησε γιατί έλαχε να είναι τέκνο μιάς μητέρας που δεν εξαγοράστηκε για να συμμαχήσει με την μαμωνά, γιατί προτίμησε να υπηρετήσει τη δικαιοσύνη του Θεού παρά τον χρυσό, μετέχοντας σε σκάνδαλα διαφθοράς, πατώντας επί των πτωμάτων των 57 αθώων παιδιών των Τεμπών.

Όσο κι αν τα συστημικά μέσα εξαπατήσεως και δυσώδη στόματα της κυβερνητικής συμμορίας αποπειρώνται να αποσυνδέσουν την φρικώδη δολοφονία του χαμογελαστού Βασιλείου από την εκ δόλου κατά συρροήν ανθρωποκτονία των Τεμπών προσκρούουν κραυγαλέα σε μία θεομηνία διαδοχικών συμπτώσεων, οι οποίες μάς άγουν κατ’ ευθείαν στο κρησφύγετο των υπαιτίων, το οποίο είναι πιά τόσο δύσκολο κουκουλωθεί ώστε οι ιταμοί της εξουσίας, οι οποίοι ξεδιάντροπα στις πρώτες τους δηλώσεις μιλούσαν για «ατύχημα», «συνωμοσιολογίες» και «φαντασιώσεις περί παρανόμου φορτίου», να μην μπορούν σε λίγο να αποστούν της επιλογής της αυτοεξορίας, για να εκφύγουν της νεμέσεως. Από την μία οι γκρότεσκες φιγούρες της ελαφροδεξιάς, οι οποίες ως βακτηρίες του καθεστώτος εφευρίσκουν δικαιολογίες, για να παρεμποδίζουν συζητήσεις σε θεσμικούς φορείς της βρυξελλιώτικης γραφειοκρατίας για το όζον ζήτημα κι από την άλλη οι υπουργίσκοι της κρατικής πλεκτάνης, οι οποίοι παραληρούν ασχημονούντες επί των συγγενών των θυμάτων, γιατί βλέπουν την οργή του κόσμου να κατεδαφίζει κάθε προοπτική παράμονής τους στους θώκους της ληστοκρατίας. Σε τέτοιο αισχρό σημείο αφίχθη η έλλειψη ντροπής τους ώστε απεκάλεσαν διασάλευση του πολιτεύματος και παρέμβαση στο έργο της δικαστικής λειτουργίας την προσέλευση των Ελλήνων στα συλλαλητήρια της 28ης Φεβρουαρίου. Έθεσαν εκβιαστικό δίλημμα προς τους πολίτες πως, αν επιδοκιμάσουν τις επίμαχες πανελλαδικές συγκεντρώσεις, υπερασπίζονται την πτώση της νομίμου κυβερνήσεως, συνηγορούν με την αναρχία και δηλώνουν οπαδοί της Ζωής Κωνσταντοπούλου. Κανείς άλλος, όμως, δεν επανέλαβε τόσες φορές την λέξη «δολοφόνοι» εν είδει ενοχικού συμπλέγματος όσο τα κνώδαλα της μητσοτακικής ολιγαρχίας, τα οποία ξυπνούν έκτοτε κάθε πρωΐ με τα μαξιλάρι τους μουσκεμένο στον ιδρώτα. Ο τρόμος της αποκαλύψεως που εκπορεύεται από τις τύψεις της συναυτουργίας στο έγκλημα σκιαγραφείται στη νευρικότητα των γαλάζιων πραιτωριανών, των ιδίων που εμπόδισαν την κλήση του Τριαντόπουλου στην εξεταστική, προχώρησαν στην εκταμίευση του κονδυλίου για το μπάζωμα του τόπου της ομαδικής φονικής καύσεως και δίδουν σαφείς εντολές στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου να καλεί την Εισαγγελέα Εφετών Λαρίσης να εξεταστεί από υφισταμένη της στην ίδια πόλη, Εισαγγελέα Πρωτοδικών Λαρίσης, ώστε να κατονομάσει τα πρόσωπα που θεωρεί υπαίτια για τον θάνατο του παιδιού της. Κι αυτό, για να πειθαναγκαστεί η μάνα -της οποίας μέχρι και το πένθος για τον κατασπαραγμένο υιό σκύλευσαν- να διαψεύσει ότι στις υπόνοιες, τις οποίες είχε κάθε δικαίωμα να καταλείψει εν τη ώρα της κηδεύσεως του παιδιού της, συγκαταλέγονται τυχόν στελέχη της εκτελεστικής εξουσίας και δη ο πρωθυπουργός. Το «κράτος δικαίου» στην ημετέρα μπανανία ως έννοια συναντάται ως υπερφίαλο ανέκδοτο στα θρασέα χείλη εμπαιγμού των δυναστών.

Η ρίζωση της καχυποψίας μέσα στην κοινωνία και η βαθειά αμφισβήτηση του προδοτικού πολιτικού συστήματος, μετά την ανεπανόρθωτη έκθεση των χειραγωγηθέντων δικαστικών και των μελών της κυβερνήσεως στην υπόθεση των Τεμπών, κόμισε ένα ανεκτίμητο όφελος στη δημόσια σφαίρα, την απώλεια της εμπιστοσύνης προς την δημ(ι)οκρατία τους ως πολιτεία του ψέματος, της συγκαλύψεως και της οργανωμένης δολοφονίας ανθρωπίνων ζωών στον βωμό της επιβιώσεως του κατεστημένου. Θα τολμήσει να διαταθεί κανείς πως η αξία της πλατείας, των κινητοποιήσεων και των παλλαϊκών συνάξεων αναβαθμίζεται και πάλι στη συνείδηση ενός κόσμου που όσες φορές έχει κατέλθει σε οργανωμένες πορείες έχει όχι απλά απογοητευθεί, αλλά περιφρονήσει κάθε πιθανότητα επιτυχούς εκβάσεως τέτοιων πρακτικών. Από τότε που εισήλθα στη Νομική Αθηνών, όμως, πίστευα βαθέως ότι παντού ο Έλληνας μπορεί να διεκδικήσει όσα τού στερούν και στο τέλος να κερδίσει. Από το πεζοδρόμιο και τα μπλόκα μέχρι την μάχιμη δικηγορία και τις πολιτικές παρεμβάσεις. Η παραδειγματική, αδυσώπητη και ανηλεής τιμωρία των εγκαθέτων τομαριών που ευθύνονται για το φονικό των Τεμπών θα ανακτήσει την πίστη του πλήθους στον αγώνα του δρόμου.

 

Σχετικές δημοσιεύσεις

Αφήστε ένα σχόλιο