Γράφει ο Ελευθέριος Ανδρώνης, αρθρογράφος
Ήρθαν τα καρναβάλια. Βουλιάζει από κόσμο η Πάτρα. Το ένα ΚΤΕΛ φεύγει πίσω από το άλλο. Φεύγουν από την Αθήνα περίπου 200 δρομολόγια με καρναβαλιστές. Έκτακτα δρομολόγια μπήκαν και στα υπεραστικά τρένα. Γέμισαν τα ξενοδοχεία και τα Airbnb. Τα ΜΜΕ μιλούν για ρεκόρ προσέλευσης στην καρναβαλική πρωτεύουσα.
Μέσα στην καρδιά του Τριωδίου, της πνευματικότερης περιόδου του έτους που προετοιμάζει τον άνθρωπο για το ευλογημένο στάδιο της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής, χιλιάδες κόσμου γυρίζουν επιδεικτικά τα νώτα τους προς τον Θεό και σπεύδουν να γιορτάσουν ξέφρενα ένα αρχαίο ειδωλολατρικό έθιμο. Αυτοί που μιλούν για δήθεν «σκοταδισμό» της Εκκλησίας, είναι οι ίδιοι που σπρώχνουν τον κόσμο να μπει στη Σαρακοστή με την σφραγίδα της Διονυσιακής λατρείας και των βακχικών οργίων. Να δώσει διαπιστευτήρια σε ένα παγανιστικό έθιμο ασύδοτης ελευθεριότητας, ακριβώς την τελευταία μέρα πριν την έναρξη της νηστείας.
Τελικά τι διδάγματα αποκομίσαμε από την περιπέτεια της πανδημίας; Ότι δεν το ‘χουμε σε τίποτα να κατασπαράξουμε το διπλανό μας, μη και μας πειράξει τα «προνόμια»; Ότι οι κυβερνήσεις δεν το ‘χουν σε τίποτα να μετατραπούν σε «κομαντατούρ» μόλις πλασάρουν το κατάλληλο αφήγημα; Ότι η «κανονικότητα» είναι ένας σκοπός που σου παίζουν για να χορέψεις όπως και όποτε θέλουν; Ότι ένας επιστήμονας μπορεί να γίνει μαριονέτα συμφερόντων το ίδιο εύκολα με έναν πολιτικό; Ότι συνταγματικά και παναθρώπινα δικαιώματα έγιναν σερπαντίνες και χαρτοπόλεμος στα χέρια των «αφεντικών»;
Σε τίποτα από αυτά δεν έδωσε ιδιαίτερη σημασία ο πολύς κόσμος. Αυτό που διαπίστωσαν μετά από 2μιση έτη υγειονομικής δικτατορίας είναι το πόσο τους έλειψε το… καρναβάλι. Όχι μόνο μας εγκατέλειψε η πνευματική θωριά των πραγμάτων, άλλα σώθηκε και η πολιτική σκέψη, η νοημοσύνη του ενεργού πολίτη, το να μπορείς να βγάλεις 2-3 βασικά συμπεράσματα από ένα φαινόμενο και να τα κάνεις εργαλεία σκέψης για το παρακάτω. Βούλιαξαν όλα κάτω από μια θάλασσα αποχαύνωσης.
Περάσαμε χρόνια με πανδημία, με lockdown, με κοσμογονικές αλλαγές, με πολέμους, με κρίσεις, κι όμως ο πολύς κόσμος δεν λέει να στραφεί προς τον Θεό. Στρέφεται στα μασκαραλίκια, τα χυδαία θεάματα και τον παλιμπαιδισμό.
Αφού μάθαμε στις ιατρικές μάσκες για «εκπαιδευτικούς» λόγους, ας περάσουμε και στις καρναβαλικές μάσκες για να συνεχιστεί η κοινωνική «εκπαίδευση». Να γίνουμε τελειόφοιτοι στην ακολασία, στην ασωτία, στην ηθική διαφθορά, στον ωχαδερφισμό. Ξεφάντωμα μέχρι τέλους και ο μήνας έχει εννιά. Άρτος και θεάματα. Μας τελειώνει βέβαια ο άρτος όπου να ‘ναι, άλλα – δεν πειράζει – θα γαντζωθούμε από τα θεάματα μέχρι να φτάσει η κατεδάφιση της κοινωνίας στα θεμέλια.
***
Αγκαλιάζουμε ότι μας βοηθά να δραπετεύουμε από τον εαυτό μας
Σε μια περίοδο του χρόνου που ο Χριστός διαμέσου της Ορθοδοξίας ζητά να ανταποδώσουμε την άμετρη αγάπη του με ταπείνωση, νηστεία, προσευχή, συντριβή και νήψη ψυχής και σώματος, τα καρναβαλικά έθιμα υποδαυλίζουν τα ακριβώς αντίθετα. Εγωπάθεια, φιληδονία, λαιμαργία, αδιαφορία για τον τον Θεό, κύλισμα στον βούρκο των παθών.
Δυστυχώς όμως. Διψάει ο κόσμος να κρυφτεί πίσω από μια μάσκα, για να κάνει και επίσημα αυτό που κάνει στην ζωή του ανεπίσημα. Κρύβεται πίσω από ένα προσωπείο για να νοιώσει πως είναι κάποιος άλλος, κάποιος που βρίσκεται μακριά από τα ερείπια της ψυχής του. Μια ψυχή που παραμένει κατατραυματισμένη όσο και να ξεφαντώσει, όσο και να τρέξει μακριά από αυτό που σχηματίζει ο νοητός καθρέφτης, όταν τολμά να κοιταχτεί για λίγο και φεύγει πάλι ζεματισμένος. Είτε συνειδητά, είτε υποσυνείδητα, όλα γίνονται για να μην μείνουμε μόνοι μας με τον εαυτό μας. Αγκαλιάζουμε ό,τι μας βοηθά να δραπετεύουμε από αυτόν. Ό,τι μας προσφέρει ανακούφιση και αναβάλει την εσωτερική ενατένιση. Να μην αντιμετωπίσουμε τα λάθη μας, τα πάθη μας και τα χρέη μας προς Θεό και ανθρώπους.
Ο μεγάλος λογοτέχνης της Ρωμιοσύνης, ο αγαπημένος κυρ Φώτης μας, ο Κόντογλου, έλεγε πάνω σε αυτό: «Οι άνθρωποι δεν βρίσκουν πουθενά ησυχία, γιατί επιχειρούνε να ζήσουνε χωρίς τον εαυτό τους. Τρέχουν από δω κι από κει να βρούνε την ευτυχία, μα ευτυχία δεν υπάρχει έξω από τον εαυτό μας. Όποιος έχει χάσει τον εαυτό του, έχει χάσει την ευτυχία. Ευτυχία δεν είναι το ζάλισμα που δίνουνε οι πολυμέριμνες ηδονές κι απολαύσεις, άλλα η ειρήνη της ψυχής και η σιωπηλή αγαλλίαση της καρδιάς».
Και αλλού γράφει: «Όλοι καταγίνονται με όλα, όσα μπορούνε σε τούτον τον ντουνιά, για να ξεχάσουνε τον εαυτό τους, για να μην απομένουνε μοναχοί και δούνε τη γύμνια τους, τη μιζέρια τους, το χάος που τους ζώνει».
Σε έναν κόσμο ζαλισμένο που πασχίζει μανιωδώς να γίνει κάποιος άλλος, ο Χριστός απαντάει πως «ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντός ὑμῶν ἐστι». Η μοναδική πηγή ανόθευτης και ανεξάντλητης χαράς, πηγάζει από μια καρδιά που είναι ενωμένη με τον Χριστό.
***
Η γιορτή του τίποτα
Τα ΜΜΕ ολημερίς αποθεώνουν τα καρναβάλια, όπως κάνουν και για κάθε έθιμο που απομακρύνει τον άνθρωπο από αξίες και ιδανικά, και τον φέρνει πιο κοντά στα ζωικά ένστικτα. Υπηρετούν με τον τρόπο τους την κουλτούρα της αποκτήνωσης. Οι απόκριες, μια λέξη που πηγάζει από το ρήμα «αποκρεύω» (κάνω αποχή από το κρέας), στη κοσμική νοοτροπία κατάντησε συνώνυμο του καρναβαλικού πανηγυριού που όχι μόνο δεν εμπνέει τον κόσμο να νηστέψει, άλλα τον ωθεί στην λατρεία της ανθρώπινης σάρκας. Έχασαν οι λέξεις την σημασία τους, όπως και οι άνθρωποι έχασαν τον προσανατολισμό τους.
Το καρναβάλι είναι ένα έθιμο που συγκεντρώνει όλα τα φώτα της δημοσιότητας, ακριβώς γιατί δεν στοιχίζει τίποτα σε όποιον συμμετέχει σε αυτό. Δεν αποτίεις φόρο τιμής σε μια ιστορική μνήμη. Δεν συγκρίνεις το μηδαμινό ανάστημα σου μπροστά σε κάποιον ήρωα, κάποιον άγιο, κάποιον ευεργέτη. Δεν εξασκείς κάποια αρετή και δεν απευθύνεσαι σε κάποιο ιδανικό. Δεν αποκομίζεις κάποιο δίδαγμα που θα σε κάνει καλύτερο άνθρωπο.
Το καρναβάλι είναι μια γιορτή του τίποτα, γιατί είναι ένας φόρος τιμής στο εγώ, δηλαδή στο τίποτα. Γιορτάζεις υπνωτισμένος από τα πάθη και νοιώθεις πως δεν χρωστάς σε κανέναν, δεν ενδιαφέρεσαι για κανέναν, δεν τιμάς κανέναν.
Όταν θα δούμε να αραιώνουν τα καρναβάλια και να πυκνώνουν τα εκκλησιάσματα – και δεν είμαστε μακριά από αυτόν τον καιρό – τότε μόνο θα μπορούμε να αισιοδοξούμε πως μια φωτεινή σελίδα θα έρθει γι’ αυτόν τον τόπο. Μέχρι τότε, θα αναζητούμε το τέλος αυτής της κοινωνικής κατρακύλας.