Του Αλέξανδρου Τάρκα, Εκδότης του περιοδικού «Άμυνα & Διπλωματία» και σύμβουλος ξένων εταιριών μελέτης επιχειρηματικού ρίσκου για τη ΝΑ Ευρώπη
Μεγάλη ανατροπή στον σχεδιασμό και στις οικονομικές συναλλαγές της ελληνικής ναυτιλίας με τη Ρωσία ως προς το LNG και άλλα προϊόντα του ενεργειακού κλάδου θα προκαλέσει η 14η δέσμη κυρώσεων της Ε.Ε.
Η κυβέρνηση προσπαθεί μέσω της διπλωματικής οδού να παρέμβει στην ενδοκοινοτική διαπραγμάτευση, η οποία ίσως συνεχιστεί ως το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 27ης-28ης Ιουνίου. Πάντως η Κομισιόν προσπαθεί να ληφθούν αποφάσεις ακόμα και πριν από τη «Σύνοδο για την Ειρήνη στην Ουκρανία», η οποία θα πραγματοποιηθεί στο Μπούργκενστοκ της Ελβετίας στις 15 και 16 Ιουνίου. Στόχος της είναι η 14η δέσμη να παρουσιαστεί, πανηγυρικά, ως το ισχυρότερο ως τώρα οικονομικό μέσο πίεσης κατά του Ρώσου προέδρου Βλ. Πούτιν.
Ασφαλώς, χωρίς κανείς να το παραδέχεται δημόσια, όποιες πρωτοβουλίες της Αθήνας καθίστανται πολύ δυσχερείς λόγω των δημοσιευμάτων του διεθνούς Τύπου, τους περασμένους μήνες, για τους δεσμούς ελληνικών ναυτιλιακών εταιριών με τη Ρωσική Ομοσπονδία. Αν και οι περισσότερες εταιρίες έχουν μειώσει αισθητά ή τερματίσει τις προνομιακές συνεννοήσεις με τη Μόσχα και η κυβέρνηση έχει συνδράμει την Ουκρανία με αμυντικά συστήματα αξίας άνω των 300.000.000 ευρώ (πρόσφατα, μάλιστα, αναβαθμισμένα ποιοτικά), τα ελληνικά επιχειρήματα δεν έχουν αξιόλογη απήχηση στα όργανα της Ε.Ε. Είναι εμφανής, δηλαδή, η διαφορά συγκριτικά με τις περσινές ανάλογες παρεμβάσεις του πρωθυπουργού Κυρ. Μητσοτάκη, οι οποίες αποδείχθηκαν, εν μέρει και πρόσκαιρα, αποτελεσματικές.
Στο πλαίσιο αυτό, το σχέδιο της 14ης δέσμης κυρώσεων περιλαμβάνει, πρώτον, την κατάρτιση ενός ειδικού καταλόγου στον οποίο θα καταχωρίζονται τα στοιχεία των πλοίων (και των ιδιοκτητών, μεσιτών και λοιπών εμπλεκομένων) που μεταφέρουν απαγορευμένα ή «ύποπτα» υλικά. Το κύριο πρόβλημα για την ελληνική ναυτιλία είναι ότι, πέραν των γνωστών απαγορεύσεων (όπλα και τεχνολογικά εξαρτήματά τους), στο ίδιο καθεστώς θα εντάσσεται στο εξής η μεταφορά πάσης φύσεως προϊόντων του ενεργειακού κλάδου της Ρωσίας και αγαθών συνδεόμενων με το γενικότερο πνεύμα των κυρώσεων, όπως τα υλικά διττής -πολιτικής και στρατιωτικής- χρήσης.
Το δεύτερο νέο μέτρο προβλέπει την απαγόρευση προσέγγισης πλοίων με ρωσικό φορτίο στα λιμάνια των χωρών-μελών της Ε.Ε. (κατάπλους, ανεφοδιασμός, παροχή άλλων υποστηρικτικών υπηρεσιών). Κατά διασταλτική ερμηνεία, συμπεριλαμβάνεται η απαγόρευση πρόσβασης σε συνδεόμενες εγκαταστάσεις τους (επισκευές, αποθηκεύσεις υλικών κ.λπ.).
Το τρίτο μέτρο αφορά κυρίως τον κλάδο της ενέργειας και μόνον έμμεσα τη ναυτιλία. Καθίσταται όμως επαχθέστερο, ειδικά γι’ αυτήν, επειδή θα υιοθετηθούν πολύπλοκες νομικές και πρακτικές ρυθμίσεις (διάκριση επιτρεπόμενων και απαγορευμένων εγκαταστάσεων, πιστοποίηση προέλευσης και προορισμού φορτίων, υποβολή περισσότερων εγγράφων). Συγκεκριμένα, η κατευθυντήρια πολιτική γραμμή αφορά την αυστηρότατη απαγόρευση χρήσης εγκαταστάσεων LNG σε τρίτες χώρες (όπου το ρωσικό LNG μεταφορτώνεται και μεταβαπτίζεται σε άλλης εθνικότητας) και τον περιορισμό της μεταφοράς του ανά τον κόσμο. Αντίθετα, διατηρείται το καθεστώς νόμιμης μεταφοράς ρωσικού LNG προς χρήση εντός της Ε.Ε.
Τις τελευταίες ημέρες, αρμόδιοι Έλληνες διπλωμάτες εκφράζουν αισιοδοξία (μάλλον επηρεασμένοι από τις σχέσεις τους με το Μέγαρο Μαξίμου) ότι μπορεί να γίνει αποδεκτό το επιχείρημα της Αθήνας πως θα ήταν επίφοβες οι κυρώσεις για τη μεταφορά ρωσικών αγαθών σε τρίτες χώρες λόγω του κινδύνου κλονισμού ολόκληρης της ευρωπαϊκής ναυτιλίας διεθνώς. Η ελληνική άποψη είναι θεωρητικά σωστή, αλλά πρακτικά ελάχιστης επιρροής, επειδή πρυτανεύουν τα πολιτικά κριτήρια αντιμετώπισης της Μόσχας. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι η πρόσθετη ελληνική αξίωση για τη μη διατάραξη των συναλλαγών των ναυτιλιακών εταιριών με τη Ρωσία για το LNG αντιμετωπίζεται μάλλον απαξιωτικά στις Βρυξέλλες. Ενδεχομένως ο μόνος συμβιβασμός που θα γινόταν δεκτός θα ήταν η ανακοίνωση μεταβατικών περιόδων για την ομαλή εκτέλεση συμβολαίων LNG που θα έχουν υπογραφεί πριν από τα τέλη του Ιουνίου 2024.
Άλλωστε, η κατάσταση μπορεί να γίνει ακόμα πιο δύσκολη ή περίπλοκη για ορισμένες ναυτιλιακές εταιρίες. Γιατί, ανάλογα με το κλίμα των σχέσεων της Ε.Ε. (κυρίως των ισχυρότερων μελών της) με τη Ρωσία, ίσως υιοθετηθούν και κυρώσεις για τις επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν το σύστημα διατραπεζικών πληρωμών SPFS (το ρωσικό εναλλακτικό του γνωστού SWIFT).