Γράφει ο Πέτρος Ι. Νικολού, μαχόμενος Δικηγόρος Αθηνών, Νομική ΕΚΠΑ
Η μεταπολίτευση άναμεσα στα μυριάδες αρνητικά σημεία, τα οποία συγκεντρώνει στην χρόνική της διαδρομή, διαθέτει συνάμα την στρεβλή ιδιαιτερότητα να ενδύεται -βρέξει χιονίσει- τη λεοντή της δημοκρατικής νομιμότητος, χωρίς να χρειάζεται να αποδεικνύει ότι την τηρεί, καθώς νομιμοποιεί την κάθε της απόφαση στη βάση της συντασσομένης λαϊκής βουλήσεως. Η τελευταία παρεχομένη κάθε τετραετία εγκρίνει ξανά και ξανά, όπως εμπειρικώς επαληθεύεται, το ίδιο δόγμα : ‘‘οι ιθύνοντες, για να είναι ιθύνοντες, μάλλον ξέρουν καλύτερα από εμάς τους ταπεινούς κι ασήμους, άρα ας τούς αφήσουμε να κάνουν ό,τι νομίζουν’’. Έτσι, ούτε λίγο ούτε πολύ το πολιτικό σύστημα διαιωνιζόμενο κατάφερε σταδιακώ τω τρόπω να απλώσει τα πλοκάμια της αυθαιρεσίας του απανταχού, επεμβαίνοντας στη λειτουργία των θεσμών, παραβιάζοντας την διάκριση των εξουσιών και εφαρμόζοντας τον νόμο κατά το συμφέρον πάντα της κυριαρχούσης ελιτοκρατίας, δίχως να δύναται να περιοριστεί, αφού κατέχει τόσο το μαχαίρι όσο και το πεπόνι.
Μετά από μία τετραετία με αδυσώπητες απαγορεύσεις κυκλοφορίας, υποχρεωτικούς εμβολιασμούς, λογοκριτικούς νόμους, έναν από τους μακρυτέρους και σκληροτέρους εγκλεισμούς στον κόσμο, ασφυκτικό έλεγχο των μέσων μαζικής εξαπατήσεως και τηλεφωνικές παρακολουθήσεις, η κυβέρνηση φαίνεται να προχωρεί σ’ ένα ακόμα βήμα προς την κατάκτηση του τίτλου της αυταρχικοτέρας μεταπολιτευτικής ηγεσίας, την απαγόρευση συμμετοχής στις εκλογές των ιδίων των πολίτικών της αντιπάλων. Η ανησυχητικά σημαντική διόγκωση ενός ρεύματος συνειδητής αντιδράσεως στους κόλπους της καθημαγμένης κοινωνίας αναφορικά με τον αφελληνισμό της Πατρίδος μας, την υπέρμετρα αδικαιολόγητη συρρίκνωση των ατομικών ελευθεριών και την προαγωγή μιάς επιθετικής δικαιωματιστικής ατζέντας οδήγησε στην εμφάνιση κόμματος στον εθνικιστικό χώρο του οποίου ο αρχηγός ως πρωτοδίκως καταδικασθείς για συμμετοχή και διεύθυνση εγκληματικής οργανώσεως αντιμετωπίζει πλέον ορατό τον κίνδυνο της δια νόμου μη καθόδου στις εθνικές αρχαιρεσίες. Καίτοι ο καταστατικός χάρτης της πολιτείας είναι σαφής και ακριβής, προβλέποντας για αποστέρηση πολιτικών δικαιωμάτων αποκλειστικώς αμετάκλητη ποινική καταδίκη και παρότι βρίσκεται εισέτι εν εξελίξει η κατ’ έφεσιν διαδικασία για τα ως άνω αδικήματα στην περιώνυμη δίκη της ΧΑ, το υπουργικό επιτελείο, αφού πρώτα αμόλησε τους ακαδημαϊκούς συνταγματολόγους, ώστε στρατευμένα να επιχειρηματολογήσουν διά σοφιστειών γύρω από την ανάγκη θέσεως εκτός νόμου πολιτικών σχημάτων ενοχλούντων την οικογενειοκρατία του κυανού φεουδάρχη, προωθεί αυτήν την στιγμή ρύθμιση, η οποία κονιορτοποιεί ευθέως τις συνταγματικές διατάξεις, την θεωρία του δημοσίου δικαίου και τους απαρεγκλίτους ερμηνευτικούς κανόνες με τα εχέγγυα αξιώματα λογικής ακολουθία τους. Ορμωμένη από την διατύπωση του άρθρ. 29 παρ. 1 Σ, η οποία εμπεριέχει ρητή μνεία στην υποχρέωση των πολιτικών κομμάτων ως συστατικό στοιχείο μιάς αποδεκτής ιδρυτικής τους πράξεως ‘‘ να εξυπηρετούν την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος’’, η κουστωδία των νομικών σχολαστικιστών του καθεστώτος αποπειράται σε μία αναμφισβήτητη συνεννόηση με την δικαστική νομενκλατούρα, τους γνωστούς παναθηναϊκάκες, να στοιχειοθετήσει την μη τήρηση της παραπάνω προϋποθέσεως, εισαγάγοντας -κατά πάσα πιθανότητα- την πρόβλεψη να ελέγχει ο Άρειος Πάγος ουχί απλώς τυπικώς, αλλά και κατ’ ουσίαν αν πληρούται ο εν λόγω όρος και πιο συγκεκριμένα αν το κόμμα καθοδηγείται από σε πρώτο βαθμό δικαιοδοσίας καταδικασμένα μέλη εγκληματικών συμμοριών. Μέσα, λοιπόν, σ’ ένα πλαίσιο ευρείας συναινέσεως των δυνάμεων του αυτο-αναγορευθέντος ‘‘συνταγματικού τόξου’’ προς την απαγόρευση του κόμματος Κασιδιάρη, η Αριστερά περιδεής μή και από κατηγορούσα βρεθεί αίφνης δια της εής ψήφου οσονούπω κατηγορουμένη θα σπεύσει, ως αναμένεται, να προσθέσει ως προαπαιτούμενο της ισχύος της ρυθμίσεως το ιδεολογικό κριτήριο του ‘‘νεοναζισμού’’ στις εγκληματικές οργανώσεις, ώστε τόσο τα δικά της τάγματα εφόδου με τις μολότωφ, τα στελιάρια και τους σιδηρολοστούς που στρέφουν κατά αστυνομικών και διαφωνούντων νομοταγών πολιτών όσο και η μήτρα του εν Ελλάδι σοσιαλισμού, το παραδοσιακό ΚΚΕ, που αγωνίζεται τουλάχιστον καταστατικά υπέρ της ανατροπής του πολιτεύματος και της εγκαθιδρύσεως δικτατορίας του προλεταριάτου, να εξαιρεθούν πανηγυρικώς του πεδίου εφαρμογής.
Συνελόντι ειπείν, το Σύνταγμα γενόμενο παιδική πλαστελίνη εις χείρας των επηρμένων κληρονομικώ δικαίω νεμόντων τα ηνία της χώρας πλάθεται, για να αποκτήσει το σχήμα που εξυπηρετεί καταλληλότερα αφ’ ενός τα μικροκομματικά οφέλη μιάς κυβερνώσης παρατάξεως, η οποία αιμορραγεί ασταμάτητα εκ δεξιών, και αφ’ ετέρου την εν γένει συνέχιση του μονοπωλίου της εξουσίας από μέρους μιάς κάστας ολιγαρχών, η οποία έχει δομήσει μία προνομοιακού τύπου ιδιοκτησιακή σχέση με την διοίκηση του τόπου. Η περιγραφείσα εκτρωματική νομοθετική πρωτοβουλία συνιστά κατάφωρο, κραυγαλέο και ωμό βιασμό του θεμελιώδους νόμου του κράτους, προαναγγέλλοντας αναφανδόν την διολίσθηση της ημετέρας πολιτείας σ’ έναν ατέρμονο απολυταρχικό κατήφορο συνταγματικής εκτροπής και κοινοβουλευτικών πραξικοπημάτων ανεξαρτήτως στο εξής του τελικού εκλογικού αποτελέσματος κάθε αναμετρήσεως. Δεν χρειάζεται σχεδόν καθόλου μυαλό, για να συναγάγει κανείς πως επιών στόχος του ‘‘δημοκρατικού’’ ολοκληρωτισμού θα γίνει η δια του κύρους του νόμου πλέον απαγόρευση της ελευθερίας της εκφράσεως και της συμμετοχής στα κοινά κάθε πολίτου, ο οποίος για κακή του τύχη βρέθηκε στην πλευρά της ιστορίας, η οποία θα διωχθεί ανελέητα και ακατάπαυστα από την άλλη, την όντως κρατούσα, μέχρι την οριστική εξόντωση.