Σπούδασε νομική και πολιτική επιστήμη στην Γαλλία και τα Πανεπιστήμια της Βόννης και της Χαϊδελβέργης στην Γερμανία με υποτροφία της Κυβέρνησης. Το 1833 μετεγκαταστάθηκε στο Ναύπλιο όπου προσλήφθηκε ως διερμηνέας από το τοπικό οπλοστάσιο. Όταν μετακόμισε στην Αθήνα δίδαξε γαλλικά στη Σχολή Κινγκ.
Διορίστηκε καθηγητής των Εισηγήσεων και της Ιστορίας του Ρωμαϊκού δικαίου ενώ δίδαξε και εκκλησιαστικό δίκαιο, στη θέση του αποβιώσαντος Μιχαήλ Ποτλή. Διετέλεσε επίσης Πρόεδρος του Αρείου Πάγου, έφορος της Εθνικής Βιβλιοθήκης και του Νομισματολογικού Μουσείου, μέλος του Επιστημονικού Συλλόγου της Αρχαιολογικής Εταιρείας και βασιλικός επίτροπος στην Εθνική Τράπεζα και την Ιερά Σύνοδο. Ακόμη, υπήρξε πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών το ακαδημαϊκό έτος 1863-1864.
Ο εθνικιστής διανοούμενος Φρεαρίτης ήταν ο ιδρυτής της Πανεπιστημιακής Φάλαγγος, μιας ένοπλης φοιτητικής οργάνωσης που είχε ως σκοπό την επιβολή της τάξεως στην Αθήνα σε συνεργασία με την Εθνοφυλακή. Επίσης ο Φρεαρίτης ηγήθηκε της εθνικιστικής οργανώσεως Εθνικός Δεσμός, και διετέλεσε και πρόεδρος της Επί των Προσφύγων Κρητών Κεντρικής Επιτροπής, καθώς υποστήριζε τον αγώνα για την προσάρτηση της Θεσσαλίας, της Ηπείρου και της Κρήτης στην Ελλάδα.
Σε λόγο του στη σχολή Καραμάνου το 1881 βγαίνουν πολλά συμπεράσματα τα οποία είναι πολύ επίκαιρα και σήμερα για το θέμα της Τουρκίας:
<<Δεν υπάρχει πρώτον, μήδε υπήρξε ποτέ μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων, είπομεν και λέγομεν έτι, αληθής ειρήνη, διότι μεταξύ τυράννων και δούλων πραγματική ειρήνη είναι και αδύνατος και ανύπαρκτος>>. Και σε άλλο σημείο του λόγου. <<Η κυβέρνησις πρωτιμοτέρα εθεώρησε την άτιμον ειρήνην αντί του ένδοξου πολέμου.>>