Τα Φασιστικά και Εθνικοσοσιαλιστικά καθεστώτα υπήρξαν τα πλέον προικισμένα στην εκμετάλλευση της λαϊκής ανησυχίας και τη χρησιμοθηρική αντιμετώπισή της για δικούς τους λόγους. Είναι όμως «παράξενο» το γεγονός – «παράξενο» για κάθε έναν που δεν κατανοεί το χαρακτήρα της εποχής – ότι αυτή η ανησυχία δεν μειώθηκε από την ήττα των εκμεταλλευτών της αλλά εντάθηκε από τότε και – «παραδωξότερο» όλων – κυρίως στις χώρες που είναι ανεπτυγμένες όσον αφορά τη δημοκρατική και Φιλελεύθερη ιδεολογία και ευλογημένες με κοσμική ευπορία, καθώς και σε «υπό ανάπτυξη χώρες» σε σχέση ανάλογη προς την πρόοδο επίτευξης αυτών των στόχων. Ούτε ο πόλεμος ούτε ο Φιλελεύθερος ιδεαλισμός ούτε η ευπορία μπορούν να την ειρηνεύσουν – ούτε καν ο ίδιος ο Μαρξιστικός ιδεαλισμός-, διότι η Σοβιετική ευπορία παρήγαγε το ίδιο φαινόμενο. Αυτές οι θεραπείες είναι αναποτελεσματικές, διότι η ασθένεια βρίσκεται βαθύτερα από εκεί που μπορούν να δράσουν.
Ίσως η πλέον εντυπωσιακή εκδήλωση της λαϊκής ανησυχίας φαίνεται στο έγκλημα και στη νεανική εγκληματικότητα. Σε προηγούμενα χρόνια, το έγκλημα ήταν τοπικό φαινόμενο και είχε εμφανείς και αντιληπτές αιτίες στα ανθρώπινα πάθη της απληστίας, της ασέλγειας, του φθόνου, της ζήλειας και των συναφών. Δεν υπήρξε, στο παρελθόν, παρά αμυδρή απεικόνιση του εγκλήματος που έλαβε την τυπική μορφή που συναντούμε στον αιώνα μας, για το οποίο το μόνο όνομα που του αποδίδεται είναι αυτό που με ζήλο χρησιμοποιούν οι προηγούμενοι (avant garde) της εποχής μας μέσα σε άλλο Μηδενιστικό περιεχόμενο: «παράλογο».
Ένας γονιός δολοφονείται από ένα παιδί ή το αντίστροφο. Ένας ξένος δολοφονείται – αλλά δεν συλήεται – από κάποιον ή έναν «συμμορίτη». Παρόμοιες «συμμορίες» τρομοκρατούν ολόκληρες γειτονιές με τους αρπακτικούς ή άνευ νοήματος μεταξύ τους πολέμους. Για ποιόν λόγο; Είναι καιρός που υπάρχει «ειρήνη» και «ευπορία», οι εγκληματίες μπορεί να προέρχονται από τα «καλύτερα» ή τα «χειρότερα» στοιχεία της κοινωνίας, δεν υπάρχει πρακτικός λόγος που τους υποκινεί και συχνότατα υπάρχει παντελής αδιαφορία για προληπτικά μέτρα ή τις συνέπειες. Όταν ερωτώνται, αυτοί που καλούνται σε απολογία για τέτοια εγκλήματα, εξηγούν τη συμπεριφορά τους με τον ίδιο τρόπο: ήταν «ορμή» ή μια «ανάγκη» που τους οδήγησε, ή έλαβαν σαδιστική ευχαρίστηση επιτελώντας το έγκλημα, ή υπήρχε ένα εντελώς ασύμβατο πρόσχημα, όπως άνια, σύγχυση ή δυσαρέσκεια. Με μια λέξη, δεν μπορούν να εξηγήσουν την συμπεριφορά τους, δεν υπήρχε κίνητρο που να γίνεται αντιληπτό για αυτήν και κατά συνέπεια – και αυτό είναι το πλέον ισχυρό και εντυπωσιακό χαρακτηριστικό παρόμοιων εγκλημάτων – δεν υπάρχουν τύψεις.
Υπάρχουν, φυσικά, άλλες λιγότερο βίαιες μορφές λαϊκής ανησυχίας, όπως το πάθος για κίνηση και ταχύτητα που εκφράζεται κυρίως στη γνήσια λατρεία για τα αυτοκινητούμενα οχήματα (ήδη μιλήσαμε γι’ αυτό το πάθος στον Χίτλερ). Επίσης, η καθολική επιρροή της τηλεόρασης και του κινηματογράφου, η συχνότερη λειτουργία των οποίων αφορά λίγες ώρες φυγής από την πραγματικότητα με την εκλεκτική και «διεγερτική» θεματολογία τους και την ύπνωση που παρέχουν τα ίδια τα μέσα. Ο μεγεθυνόμενος πρωτόγονος και αδιαφοροποίητος χαρακτήρας της λαϊκής μουσικής και πιθανόν της περισσότερης αυθεντικής έκφρασης της σύγχρονης soul, της «τζαζ». Η λατρεία του φυσικού κάλλους στα αθλήματα και η υποκείμενη νοσηρή λατρεία της «νεότητας» της οποίας αποτελεί στοιχείο. Η επικράτηση και γενικώτερη ανοχή της ερωτικής ελευθεριότητας, θεωρούμενη από πολλούς υποτιθεμένως υπεύθυνους ενήλικες ως ενδεικτική της «ειλικρίνειας» της σύγχρονης νεότητας και ως απλή μορφή της «ανοιχτής», «διερευνητικής» συμπεριφοράς που τόσο πολύ ενισχύεται στις τέχνες και στις επιστήμες. Η έλλειψη σεβασμού προς την εξουσία που υιοθετήθηκε από μια λαϊκή συμπεριφορά που δεν αναγνωρίζει αξίες εκτός του «άμεσου» και του «δυναμικού» και οδηγεί τους πλέον «ιδεολόγους» της νεολαίας σε διαδηλώσεις εναντίον «καταπιεστικών» νόμων και θεσμών.
Σε τέτοια φαινόμενα η «δραστηριότητα» αποτελεί εμφανώς φυγή – φυγή από την άνια, την έλλειψη νοήματος και κυρίως την κενότητα που καταλαμβάνει την καρδιά που εγκατέλειψε το Θεό, την Αποκεκαλυμμένη Αλήθεια, καθώς και την ηθική και τη συνείδηση που εξαρτώνται από αυτήν την Αλήθεια, Προχωρώντας στις περιπλοκώτερες εκδηλώσεις της Βιταλιστικής ορμής, διαπιστώνουμε ότι λειτουργεί η ίδια ψυχολογία. Θα σημειώσουμε μόνον τον πλούτο αυτών των εκδηλώσεων εδώ, καθότι θα εξετάσουμε τις περισσότερες από αυτές λεπτομερώς στη συνέχεια, ως μορφές «νέας πνευματικότητας».
Στην πολιτική, οι επιτυχέστερες μορφές Βιταλισμού ήταν η λατρεία του Μουσολίνι για τον ακτιβισμό, τη δράση και τη βία, και του Χίτλερ η σκοτεινή λατρεία για «αίμα και γη». Η φύση αυτών είναι τόσο οικεία στη σύγχρονη γενεά που δεν χρειάζεται επιπλέον σχολιασμό σε αυτό το σημείο. Σήμερα, παρά ταύτα, ίσως δεν είναι τόσο εμφανές, όταν το πολιτικό βαρόμετρο δείχνει με τόση καθαρότητα «αριστερά», πόσο βαθειά η επιρροή αυτών των κινημάτων όταν εμφανίστηκαν πριν από 40 περίπου χρόνια. Εκτός των έκριζων μαζών, που αποτέλεσαν το αρχικό αντικείμενο εκμετάλλευσης, μια διόλου ασήμαντη μερίδα διανοουμένων και πολιτισμικά προηγμένων ανθρώπων μεταβλήθηκαν σε ενθουσιώδεις ακολούθους των Μηδενιστών δημαγωγών, τουλάχιστον για κάποιο χρονικό διάστημα. Εάν λίγοι μεταξύ των σοφών θεώρησαν είτε το Ναζισμό είτε το Φασισμό ως «νέα θρησκεία», κάποιοι καλωσόρισαν το ένα ή το άλλο ως υγιές αντίδοτο στη «δημοκρατία», την «επιστήμη», και την «πρόοδο» (τουτέστι το Φιλελευθερισμό και το Ρεαλισμό) που φαινόταν να υπόσχεται ένα μέλλον το οποίο ευαίσθητη άνθρωποι δεν θα μπορούσαν να ζήσουν χωρίς καχυποψία. Ο «δυναμισμός»,η «ζωντάνια» και η ψευδο-παραδοσιακότητα τους φαίνονταν απατηλά «αναζωογονητικά» για πολλούς που ανέπνεαν την αποπνικτική διανοητική ατμόσφαιρα της εποχής.
Η σύγχρονη τέχνη είχε παρόμοιες επιδράσεις και η παρεμφερής αντίδρασή της στον άψυχο ακαδημαϊκό «ρεαλισμό» οδήγησε κατά παρόμοιο τρόπο σε ξένους τόπους. Νέες και εξωτικές πηγές και επιρροές βρέθηκαν στην τέχνη της Αφρικής, της Ανατολής, των Νοτίων Θαλασσών, του προϊστορικού ανθρώπου, των παιδιών και των σαλών, στον πνευματισμό και τον αποκρυφισμό. Ο «συνεχής» πειραματισμός αποτέλεσε κανόνα, μια επίμονη αναζήτηση για «νέες» μορφές και τεχνικές. η έμπνευση αντλήθηκε από το «βάρβαρο», το «πρωτόγονο» και το «αυθόρμητο». Σε ακολουθία με το μανιφέστο των Φουτουριστών, (παρ’ όλο που ο ίδιος ο Φουτουρισμός με δυσκολία μπορεί να χαρακτηριστεί τέχνη), οι πλέον τυπικοί σύγχρονοι καλλιτέχνες υπερέβαλλαν στα έργα τους με «κάθε είδος πρωτοτυπίας, σκληρότητας, ακραίας βίας» και πίστεψαν κατά όμοιο τρόπο ότι «τα χέρια μας είναι ελεύθερα και καθαρά ώστε να ξεκινήσουν τα πάντα εκ νέου».
Ο Καλλιτέχνης, σύμφωνα με το μύθο των Βιταλιστών, είναι «δημιουργός»,«ιδιοφυΐα», «εμπνευσμένος». Στην τέχνη του, ο Ρεαλισμός μεταμορφώνεται με το «όραμα». Αποτελεί σημείο και προφητεία για «πνευματική αφύπνιση». Ο Καλλιτέχνης, εν συντομίας, είναι «μάγος» μέσα στο ίδιο το βασίλειό του, ακριβώς όπως ο Χίτλερ ήταν στην πολιτική. Και στις δύο περιπτώσεις βασιλεύει το υποκειμενικό αίσθημα αντί της αλήθειας. Στη θρησκεία – ή, προκειμένου να είμαστε ακριβέστεροι, στην ψευδο-θρησκεία – το ακάματο χαρακτηριστικό του Βιταλισμού για πειραματισμό εκδηλώθηκε με μεγαλύτερη ποικιλία μορφών απ’ όσο στις σχολές σύγχρονης τέχνης. Υπάρχουν, για παράδειγμα, σέκτες των οποίων ο δεϊσμός αφορά μια αόριστη, έμφυτη «δύναμη». Αυτές αναφέρονται στη «νέα σκέψη» και τη «θετική σκέψη» και μέλημά τους είναι να καλλιεργήσουν και να χρησιμοποιήσουν αυτήν την «δύναμη» σαν να επρόκειτο για μορφή ηλεκτρισμού. Εγγύς σχετιζόμενοι με τα προηγούμενα είναι ο αποκρυφισμός και ο πνευματισμός, καθώς και ορισμένες νόθες μορφές «Ανατολικής σοφίας» που εγκαταλείπουν κάθε πρόσχημα προσέγγισης του «Θεού» επί τούτου ώστε να επικληθούν αμεσότερες «δυνάμεις» και «παρουσίες».
Ο θρησκευτικός Βιταλισμός εμφανίζεται επίσης στην ευρέως διαδεδομένη λατρεία της «γνώσης» και της «πραγματοποίησης». Σε ελαφρώς συγκεκαλυμμένη μορφή, αυτή είναι παρούσα στους ακολούθους της σύγχρονης τέχνης και στη «δημιουργική δράση» και το «όραμα» που εμπνέουν αυτήν την τέχνη. Η αδιαβάθμητη αναζήτηση για «φωτισμό», όπως και στην περίπτωση εκείνων που βρίσκονται υπό την επήρρεια του Ζεν Βουδισμού, είναι πιο ακραία μορφή λατρείας. Η υποτιθέμενη, τέλος, «θρησκευτική εμπειρία» που πυροδοτείται από ποικίλες εξαρτησιογόνες ουσίες είναι, πιθανόν, η αναγωγή της στο παράλογο.
Πάλι, γίνεται προσπάθεια να κατασκευασθεί μια ψευδοπαγανιστική λατρεία της «φύσης» και ιδίως των πλέον «πρωτόγονων» και «βασικών» στοιχείων της που είναι η γη, το ανθρώπινο σώμα και ο σαρκικός έρωτας. Ο «Ζαρατούστρα» του Νίτσε είναι ένας δυναμικός «προφήτης» αυτής της λατρείας και αποτελεί το κεντρικό θέμα στον D.H. Lawrence και σε άλλους ποιητές και μυθιστοριογράφους του αιώνα μας.
Στις περισσότερες μορφές «υπαρξισμού» και «περσοναλισμού» γίνεται προσπάθεια να υπάρξει τροπή της θρησκείας σε απλή προσωπική «συνάντηση» με άλλους ανθρώπους και -σε κάποιες περιπτώσεις- με έναν αόριστα νοούμενο «Θεό». Στον παθολογικό, αθεϊστικό «υπαρξισμό» η προσπάθεια αφορά τη δημιουργία θρησκείας, μιας «αντιδραστικής» και παρανοϊκής φιλαυτίας.
Όλες αυτές οι Βιταλιστικές εκδηλώσεις «θρησκευτική ορμής» μοιράζονται μια αγριότητα προς κάθε σταθερό ή μη υποκείμενο σε αλλαγές δόγμα ή θεσμό, και ένα υπέρτατο ενδιαφέρον και μια ακολουθία προς τις «άμεσες» αξίες της ζωής, τη «ζωοτικότητα», την «εμπειρία», τη «γνώση» ή την «έκσταση».
Παραθέσαμε τα πλέον εντυπωσιακά χαρακτηριστικά του Βιταλισμού και παρουσιάσαμε εν μέρει την έκτασή τους. Απομένει, όμως, να ορίσουμε τον ίδιο το Βιταλισμό και να εκθέσουμε το Μηδενιστικό χαρακτήρα του. Ο Φιλελευθερισμός, όπως είδαμε, υπονομεύει την αλήθεια μέσω της αδιαφορίας του, διατηρώντας, παρά ταύτα, το κύρος του ονόματός της• ο Ρεαλισμός της επιτίθεται στο όνομα μιας κατώτερης, μερικής αλήθειας. Ο Βιταλισμός, αντιτιθέμενος στα δύο προηγούμενα ρεύματα, δεν έχει σχέση με την αλήθεια. Απλώς αφιερώνει όλο το ενδιαφέρον του σε κάτι που αφορά τελείως διαφορετική τάξη.
«Το λάθος μιας γνώμης», είπε ο Νίτσε, «δεν αποτελεί για εμάς λόγο άρνησής της. … Το ερώτημα είναι κατά πόσον μία γνώμη συμβάλλει στην επιμήκυνση και τη διατήρηση της ζωής…». Όταν ξεκινά τέτοιου είδους προβληματισμός, ο Μηδενισμός περνά στο στάδιο του Βιταλισμού, ο οποίος μπορεί να ορισθεί ως ο περιορισμός της αλήθειας ως κριτηρίου της ανθρώπινης δράσης και το υποκατάστατο ενός νέου κριτηρίου αξίας: το «ζωοποιό», το «ζωτικό». Εδώ βρίσκεται ο τελικός διαχωρισμός της ζωής από την αλήθεια.
Ο Βιταλισμός αποτελεί εξελιγμένη μορφή Ρεαλισμού. Καθώς μοιράζεται τη στενή θέση του Ρεαλισμού για την πραγματικότητα και το ενδιαφέρον του να υποβιβάσει κάθε υψηλό στα κατώτερα δυνατά επίπεδα, ο Βιταλισμός οδηγεί την πρόθεση του Ρεαλισμού ένα βήμα μπροστά. Εκεί που ο Ρεαλισμός επιχειρεί να επανεδραιώσει μία απόλυτη αλήθεια εκ των κάτω, ο Βιταλισμός εκφράζει την αποτυχία αυτού του προγράμματος ενώπιον της περισσότερο «ρεαλιστικής» γνώσης ότι δεν υπάρχει απόλυτο εδώ κάτω και ότι η μόνη σταθερή, μη υποκειμενική σε αλλαγές αρχή σε αυτόν τον κόσμο είναι η ίδια η ιδέα της αλλαγής. Ο Ρεαλισμός υποβιβάζει το υπερφυσικό σε φυσικό, την Αποκάλυψη σε λογική, την αλήθεια σε αντικειμενικότητα. Ο Βιταλισμός προχωρεί και υποβιβάζει κάθε τι σε υποκειμενική εμπειρία και αίσθηση. Ο κόσμος που φαινόταν τόσο σταθερός, η αλήθεια η τόσο ασφαλής για τον ρεαλιστή, διαλύονται κάτω από την οπτική του Βιταλισμού. Το μυαλό δεν βρίσκει τόπο ανάπαυσης, όλα καταπνίγονται από την κίνηση και τη δράση[…]
[…]Πέρα από τον ευτελή αισθησιασμό και τον εκλεκτισμό που χαρακτηρίζουν το σύγχρονο ρεύμα προς το «μυστικισμό» και τις «πνευματικές» αξίες, βρίσκεται η βαθύτερη πείνα για κάτι πιο υλικό από αυτό που προσέφεραν ή μπορούν να προσφέρουν ο Φιλελευθερισμός και ο Ρεαλισμός, πείνα που οι αποχρώσεις του Βιταλισμού μπορούν απλώς να αμβλύνουν χωρίς να ικανοποιήσουν.
Οι άνθρωποι απέρριψαν τον Υιό του Θεού, ο Οποίος, ακόμη και τώρα, επιθυμεί να τους συναντήσει και να τους σώσει. Αδύναμοι να αντέξουν το κενό, που αυτή η απόρριψη άφησε στις καρδιές τους, προστρέχουν σε άνοες και μάγους, σε ψευδοπροφήτες και θρησκειοσοφιστές, προκειμένου να αποσπάσουν λόγο ζωής. Αυτός ο λόγος, που προσφέρεται τόσο εύκολα, ο ίδιος γίνεται σκόνη στο στόμα τους μόλις προσπαθήσουν να τον επαναλάβουν.
Ο Ρεαλισμός, στον αγώνα του για αλήθεια, καταστρέφει την αλήθεια. Με τον ίδιο τρόπο ο Βιταλισμός, ακόμη και μέσα στην αναζήτηση της ζωής, αποπνέει θάνατο. Ο Βιταλισμός των τελευταίων εκατό ετών υπήρξε αλάνθαστο σύμπτωμα κοσμικής κενότητας και οι προφήτες του -καθαρότερα ακόμη κι από τους φιλοσόφους του νεκρού Φιλελευθερισμού και του Ρεαλισμού- αποτέλεσαν εκδήλωση του τέλους της Χριστιανικής Ευρώπης. Ο Βιταλισμός είναι προϊόν της διαφθοράς και απιστίας που χαρακτηρίζουν την τελική φάση του νεκρούμενου πολιτισμού τον οποίον μισούν.
Από το βιβλίο «Μηδενισμός, η αρχή της αποστασίας στη σύγχρονη εποχή», Ευγένιος (π.Σεραφείμ) Ρόουζ