Οι Έλληνες, παρά τους συνεχείς διωγμούς, την συστηματική εξόντωσή τους και χωρίς να έχουν τη δυνατότητα να έρθουν σε επαφή με οποιαδήποτε μορφή παιδείας, κατάφεραν να διατηρήσουν ακέραια τα πολιτισμικά και φυλετικά τους χαρακτηριστικά για τέσσερις ολόκληρους αιώνες. Δεν αναμείχθηκαν με τους εισβολείς, δεν έχασαν την γλώσσα τους, τα ήθη τους και τις παραδόσεις τους, δεν ξέχασαν από που προέρχονται ούτε ποια είναι τα χώματά τους. Για τέσσερις αιώνες ζούσαν γνωρίζοντας ποιοι είναι και προσπαθώντας ακατάπαυστα να κερδίσουν ξανά την ελευθερία τους.
Διακόσια χρόνια μετά η «απαλή» κατοχή των Δυτικών έχει σχεδόν καταφέρει εκείνο που δεν μπόρεσαν οι Αγαρηνοί: Να διαβρώσει και σχεδόν να εξαλείψει τον ελληνικό πολιτισμό. Μάς έχουν αποκόψει από τις ρίζες μας, μας έχουν επιβάλει τον «πολιτισμό» τους και μάς έχουν πείσει πως πρέπει να γίνουμε όπως εκείνοι. Πλέον, μάς σκεπάζει απόλυτα το πέπλο του υλισμού. Κέντρο της ζωής έχει γίνει το άτομα και όχι η κοινότητα, θεός είναι το χρήμα και όχι ο Θεός, υπεράνω όλων είναι ο εαυτός και όχι η Πατρίς. Όσο συνεχίζουμε να ακολουθούμε πιστά τις προσταγές τους, θα είμαστε μάρτυρες της ίδιας αέναης παρακμής.
Θαμπωθήκαμε σαν ιθαγενείς από τα φανταχτερά στολίδια και τις ανέσεις των Δυτικών. Παλεύουμε νυχθημερόν να τους μοιάσουμε και φτάσαμε να μην μπορούμε να πετύχουμε τίποτα αξιομνημόνευτο.
Πότε ήταν η τελευταία φορά που η Ελλάδα έζησε μια ένδοξη ημέρα; Πότε γονατίσαμε έναν ξένο κατσαπλιά που μάς λέει ότι η γη μας τού ανήκει; Πότε είδαν τα μάτια μας μια Νίκη Εθνική, πότε κυμάτισε ξανά η Σημαία σε ελευθερωμένα μετά από αιώνες χώματα; Πότε σκαλίσαμε σε μάρμαρο ένα επίτευγμα καινούριο;
Σκουριάζουν στα ερημωμένα χωριά τα μπρούτζινα μνημεία, και ξεβαμμένα κείτονται από κάτω τα ονόματα των πεσόντων στους Βαλκανικούς και την Μικρασία. Παράμερα, εκείνα για τους ξεριζωμένους απ’τον Πόντο. Τούτα βλέπουν μια στο τόσο κάποιους μισοπεθαμένους να κάνουν πως μυξοκλαίνε· για τουφέκι ούτε λόγος.
Μακάριοι οι πρόγονοι, διότι είναι νεκροί και δεν βλέπουν την κατάντια μας.
Οι καλομαθημένοι της μεταπολίτευσης, αφού σύντομα κατάλαβαν πως τα μεγάλα κατορθώματα θέλουν κόπο και αίμα, προτίμησαν να δίνουν διαστάσεις έπους σε κάθε τι ανούσιο. Σε εκείνους που χτυπάνε το τόπι με τα πόδια ή το ρίχνουν σε ένα καλάθι, σε εκείνους που τραγουδούν, σε κάθε λογής διασκεδαστές και παλιάτσους. Σαν δευτερεύοντα επιτεύγματα, είχαν να παινευτούν για την υλική ευμάρεια της χώρας. Οι μεγάλες δόξες φορτώθηκαν στις πλάτες των προγόνων.
«Ξέρουν αυτοί καλύτερα από τέτοια. Άσε, εμείς καλά είμαστε, τώρα μπήκαμε και στην Ευρώπη. Πού να μπλέκεις με τον Τούρκο; Στο κάτω κάτω όλοι αδέλφια είμαστε.»
Σκλάβος ξανάσκυψε ο ρωμιός και δασκαλοκρατιέται.
Σήμερα, παλεύουμε να μην χάσουμε και τα λίγα που μας έχουν απομείνει. Πριν ονειρευτούμε και σχεδιάσουμε πώς να πάρουμε από τους ξένους άρπαγες εκείνα που μας ανήκουν, έχουμε να πάρουμε πίσω την ίδια μας την Πατρίδα.
Μία Πατρίδα με τις δικές μας αξίες, τα δικά μας ιδανικά, τον δικό μας πολιτισμό, τον έναν, αληθινό μας Θεό. Μία Πατρίδα που θα είναι πέρα για πέρα ΕΛΛΗΝΙΚΗ.
Είθε η 25η Μαρτίου να μάς θυμίζει το χρέος που έχουμε απέναντι στο Έθνος και τους προγόνους μας. Να πάρουμε δύναμη από εκείνους, που χωρίς να έχουν τίποτα παρά μόνο πίστη, ηρωιϊμό και περιφρόνηση για τον θάνατο, κατάφεραν να γονατίσουν μια αυτοκρατορία. Να πάρουμε έμπνευση, όχι για να γίνουμε αντάξιοί τους, αλλά έστω όχι ανάξιοί τους. Ήταν τόσο λαμπροί, τόσο μεγάλοι και τόσο ΕΛΛΗΝΕΣ, που μόνο αυτό αρκεί για να τα καταφέρουμε.
ΖΗΤΩ ΤΟ ΕΘΝΟΣ !
ΖΗΤΩ Η ΕΛΛΑΣ !
ΖΗΤΩ Η 25Η ΜΑΡΤΙΟΥ !