Του Κωνσταντίνου Τσοπάνη Δρ του Πανεπιστημίου του Βουκουρεστίου
Τότε λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς, Πάντες ὑμεῖς σκανδαλισθήσεσθε ἐν ἐμοὶ ἐν τῇ νυκτὶ ταύτῃ, γέγραπται γάρ, Πατάξω τὸν ποιμένα, καὶ διασκορπισθήσονται τὰ πρόβατα τῆς ποίμνης· (Ματθ., ΚΣΤ, 30) Τη νύχτα της 29ης προς 30η Νοεμβρίου του 1938, με διαταγή του βασιλέως Καρόλου Β΄, η αστυνομία δολοφονεί τον Capitan Codreanu μαζί με τα υπόλοιπα μέλη της λεγεωναρικής φωλέας της οποίας ηγείτο. Αφού τους στραγγάλισαν, μετά τους έδωσαν και τη χαριστική βολή κι έτσι το καθεστώς νόμισε πως απαλλάχθηκε μια για πάντα από εκείνον από τον οποίον κινδύνευε περισσότερο.
Σε όλα τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως όπου κρατούντο κατά χιλιάδες οι Λεγεωνάριοι, τα μεγάφωνα διέδωσαν μέσα στη νύχτα ότι «ο Capitan απεπειράθη να αποδράσει και σκοτώθηκε κατά την απόπειρα». «Την αρχική παγωμένη σιωπή διαδέχθηκε ένας θρήνος που σαν χείμαρρος υδάτινος ξεπήδησε από τα στήθη χιλιάδων ανδρών που κρατούντο στη Miercurea Ciuc. Οι Λεγεωνάριοι λύγισαν για πρώτη φορά, άντρες που είχαν αντέξει τα πιο σκληρά βασανιστήρια, τώρα είχαν πέσει στα γόνατα κι έκλαιγαν με λυγμούς τον Capitan, κι ήταν σαν η νύχτα να θρηνούσε γοερά, με οιμωγές τον Capitan Codreanu.» Έτσι αφηγείται ο πολύς Mircea Eliade, έγκλειστος κι ο ίδιος στο στρατόπεδο, τη διάδοση του νέου της δολοφονίας του Capitan Codreanu. O Capitan ήταν νεκρός. «Λοιπόν, από εδώ και πέρα η χώρα θα διοικείται από έναν νεκρό.» έγραψε πολύ αποφασιστικά ο μεγάλος Ρουμάνος φιλόσοφος και λεγεωνάριος Emil Cioran. Και συμπλήρωσε: «Πως θα μπορούσε να είναι νεκρός ο Capitan, εκείνος που μας μιλούσε διαρκώς για την Ανάσταση;»
Ο Capitan Codreanu είναι ζωντανός στις ψυχές των Ρουμάνων. Η διάφανη παρουσία του επιστρέφει με κάθε φύσημα ανέμου πάνω από τους κάμπους της Βλαχίας και τις βουνοκορφές της Μολδαβίας και της Τρανσυλβανίας. Η ύπαρξή του η ίδια ήταν ένα κομμάτι των δασών, των βουνών, των καταιγίδων των χιονισμένων κορυφών της οροσειράς των Καρπαθίων, των λιμνών και των ποταμών της χώρας. «Στάθηκε σιωπηλός, στη μέση του πλήθους. Ήταν ένας άνδρας ψηλός, με μια σκοτεινή ομορφιά, ντυμένος με τη λευκή εθνική στολή, καβάλα σε ένα ολόλευκο άλογο. Στάθηκε διπλά μου, κι εγώ δεν μπόρεσα να διακρίνω τίποτε κακό ή τερατώδες σε αυτόν. Αντιθέτως. Το χαμόγελο του, ειλικρινές, ακτινοβόλησε επάνω στο φτωχό πλήθος, κι αυτός φάνηκε να γίνεται ένα με εκείνο, αλλά και κατά έναν μυστηριώδη τρόπο, έμοιαζε να είναι εκτός αυτού του κόσμου. Το χάρισμα δεν είναι η κατάλληλη λέξη για να οριστεί αυτή η παράξενη δύναμις που εκπήγαζε από εκείνον τον άνθρωπο. Μια γιαγιά δίπλα μου έσφιξε το μαντήλι στο κεφάλι της και σταυροκοπήθηκε ευλαβικά. «Ο Αγγελιαφόρος του Αρχαγγέλου Μιχαήλ!» μου ψιθύρισε δείχνοντάς τον και τότε η καμπάνα της μικρής εκκλησίας άρχισε να κτυπά, και η θρησκευτική τελετή η οποία προηγείτο όλων των λεγεωναρικών συγκεντρώσεων, ξεκίνησε. Η βαθειά εντύπωση που δημιουργείται στην ψυχή ενός παιδιού πεθαίνει δύσκολα. Για πάνω από ένα τέταρτο του αιώνος δεν ξέχασα ποτέ τη συνάντηση με τον Corneliu Zelea Codreanu.»
Έτσι περιγράφει τη συνάντηση του με τον Capitan σε ένα χωριό στα όρη Apuseni, σε ηλικία μόλις οκτώ ετών, ο Miklós Nagy, ένας Εβραίος από την Τρανσυλβανία.
Επιμελώς ατημέλητος, πολύ μορφωμένος, με χαρισματική εμφάνιση και ρητορική ευφράδεια λόγου, με σαγηνευτική παρουσία και βαθειά πίστη στα όσα πρέσβευε, ο νεαρός δικηγόρος και Εθνικιστής ιδεολόγος Corneliu Codreanu, ο Capitan της Λεγεώνας του Αρχαγγέλου Μιχαήλ και της Σιδηράς Φρουράς, έμελλε να βρει μαρτυρικό τέλος, πιστός στα ιδανικά του και να ταυτίσει το πρόσωπο του με τον αγώνα για δικαιοσύνη και αναγέννηση της πατρίδος. Χριστιανός ασκητής, διανοούμενος και πολεμιστής, συνδύαζε επάνω του στοιχεία ιδεολόγου, μεσαιωνικού Σταυροφόρου και δον Κιχώτη που παλεύει κόντρα σε ανεμόμυλους «κι ας ξέρει πως στο τέλος ο Εφιάλτης θα φανεί κι οι Μήδοι επιτέλους θα διαβούνε», όπως θα έλεγε ο ποιητής. Κι ήταν αυτά τα στοιχεία κι αυτός ο ρομαντισμός του απόλυτου αγώνα του, μαζί με την ακλόνητη πίστη στη μεταφυσική αποστολή του, που έκαναν τον Capitan, δολοφονημένο με κυβερνητική εντολή, να περάσει στην Ιστορία και να νικήσει στον μύθο. Ιδού με δυό λόγια, με δυό πινελιές, η μορφή του Corneliu Zelea Codreanu, του χαρισματικού ηγέτη του Ρουμανικού Εθνικισμού.